ΜΑΤΘΑΙΟΥ Χ. ΑΝΔΡΕΑΔΗ (Μέρος Γ ΄)
Με τον από 21 Ιανουαρίου (2 Φεβ/ρίου) 1834 Οργανισμό των Δικαστηρίων, (αντιγραφή και αυτός εκ του Γερμανικού) καθορίσθηκε και η θέση των Δικηγόρων. Στις ποινικές και πολιτικές δίκες, δεν ήταν υποχρεωτική η παράσταση του διαδίκου με δικηγόρο, αλλά είχε το δικαίωμα κάθε διάδικος να παρίσταται μόνος του στα δικαστήρια αυτά και να διεξάγει ο ίδιος τη διαδικασία και ν’αναπτύσσει προφορικά την υπόθεσή του μπροστά στο δικαστήριο. Ο διορισμός του συνηγόρου, προς το συμφέρον του ενδιαφερομένου, γινόταν μόνο από κατάλογο διορισμένων δικηγόρων, κατά Δικαστήρια. Με το από 8 (20) Μαίου 1835 β.δ., καθορίσθηκε και η αμοιβή των δικηγόρων και η αποζημίωσή των, σε περίπτωση οδοιπορίας τους, για “έκαστον μυριόμετρον” (δύο ωρών). Η αμοιβή και τα δικαιώματα αποζημιώσεως των δικηγόρων αφορούσαν το ανώτατο όριο.
Β’ Η Παιδεία
Η εκπαιδευτική πολιτική της αντιβασιλείας, βασίστηκε σ’ ένα συνδυασμό Βαυαρικού και Γαλλικού συστήματος, που προέβλεπε τη δημιουργία σχολείων τριών κύκλων σ’ολόκληρη τη χώρα.
Κατά την εγκαθίδρυση τω Βαυαρών στην Ελλάδα λειτουργούσαν (όπως αναφέρθηκε στη Βουλή το έτος 1843), 104 αλληλοδιδακτικά και κατά τον Κων. Τσουκαλά, 71 σχολεία . Με διάταγμα της 6/18 Φεβρουαρίου 1834 (Εφ. της Κυβ., αριθ. 11) ορίσθηκε ότι σε κάθε δήμο, έπρεπε να λειτουργεί δημοτικό σχολείο, στο οποίο θα φοιτούσαν από την ηλικία 7 χρονών, όλα τα παιδιά “εις διάστημα προσδιωρισμένης σειράς ετών” (τετραετίας). Υποχρεωτικά μαθήματα στα δημοτικά σχολεία, καθιερώθηκαν τα θρησκευτικά, η ανάγνωση και η γραφή, η αριθμητική, τα εν χρήσει μέτρα και σταθμά και λίγες γνώσεις ιχνογραφίας και φωνητικής μουσικής. Επίσης, όπου υπήρχε δυνατότητα, λίγη γεωγραφία, Ελληνική ιστορία και τις πιο απαραίτητες για τη λαϊκή μόρφωση, γνώσεις φυσικής. Υποχρεωτικές ήσαν και οι γυμναστικές ασκήσεις, καθώς και η πρακτική διδασκαλία καλλιέργειας κήπων και αγρών. Τα κορίτσια, έπρεπε να μάθουν κέντημα. Όμως υπήρξαν μεγάλες οικονομικές δυσκολίες, ώστε οι δήμοι, αδυνατούσαν να ιδρύσουν δημοτικά σχολεία, επί πλέον δε, υπήρχε έλλειψη διδακτικού προσωπικού, ενώ το μέγεθος της “περιφερείας του δήμου” και η απόσταση των μαθητών από το σχολείο δυσχέραιναν, εξαιρετικά, τη φοίτησή τους. Μέχρι το 1851, μόνο σε λίγο παραπάνω από μισούς δήμους λειτουργούσαν δημοτικά σχολεία. Συγκεκριμένα, ως το 1842, λειτούργησαν στην Ελλάδα 252 σχολεία, αλληλοδιδακτικά, και μέχρι το 1851 έξη (6) γυμνάσια (στην Αθήνα, στο Ναύπλιο, στη Σύρο, στην Πάτρα, στη Λαμία και στην Τρίπολη) μολονότι ο νόμος προέβλεπε τη λειτουργία ενός σχολαρχείου στην έδρα κάθε επαρχίας και ενός γυμνασίου σε κάθε νομό .
Παρά τις οικονομικές δυσκολίες και την παντελή έλλειψη διδακτικού προσωπικού, σταδιακά με την πάροδο του χρόνου ιδρύθηκαν σχολεία σ’όλους τους δήμους και σε ορισμένες κοινότητες της χώρας με έξοδα των κατοίκων.
Ήδη από το 1829 στην Κόρινθο λειτουργούσε αλληλοδιδακτικό σχολείο, όπως έχει σημειωθεί , για το οποίο μάλιστα, είχε ενεργηθεί έρανος το 1830, μεταξύ των κατοίκων. Σημειώνεται, ότι από το 1829 και μετά, λειτούργησαν σχολεία στην Καστανιά, στη Μοσιά, στον Αγιο Γεώργιο, στη Ντούσια, στον Ταρσό, στο Σοφικό, στα Εξαμίλια και στα Τρίκαλα .
Επίσης, στη Ζάχολη, λειτουργούσαν αλληλοδιδακτικά σχολεία, με φροντίδες των κατοίκων, που ήσαν από τα διακρινόμενα. Αναφέρεται, ότι το 1839 ο διοικητής της Κορινθίας, απένειμε έπαινο στους Ζαχολίτες για τον λόγο αυτό. Γράφτηκε στο φύλλο της 10-8-1839, της αθηναϊκής εφημερίδος “Ο Ελληνικός Ταχυδρόμος”, η ακόλουθη είδηση: “Πολλά μας γράφουν περί της φιλοπονίας των κατοίκων του, κατά την Κορινθίαν, δήμου Ζαχόλης. Η κωμόπολις αύτη, καλλωπίζεται καθ’εκάστην. Δημόσιαι οδοί αμαξωταί κατεσκευάσθησαν εις τα περίχωρα αυτής, δια την μετά των περικειμένων Δήμων συγκοινωνίαν, εκτός δε του Ελληνικού, εσυστήθησαν αρτίως δύο σχολεία αλληλοδιδακτικά και ταύτα πάντα, δια δαπάνης και κοινής των δημοτών εργασίας. Όθεν ο Διοικητής Κορινθίας, απένειμε δημοσίως τους ανήκοντας επαίνους εις τους κατοίκους του περί ού ο λόγος Δήμου, δι’επισήμου προς αυτούς εγγράφου”.
συνεχίζεται
Comments