Ο Χαράλαμπος Κασίμης, Καθηγητής Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Πρώην Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων γράφει στο ΕΝΑ για τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ για τον αγροτικό τομέα στο πλαίσιο του νέου ΠΔΠ, αποτιμώντας παράλληλα το ύψος των πόρων που θα λάβει η Ελλάδα τη νέα προγραμματική περίοδο
Μετά τη συμφωνία στη Σύνοδο Κορυφής πολλά λέγονται και γράφονται σχετικά με το μέγεθος των πόρων που θα εισρεύσουν στην χώρα, την αποτελεσματικότητα της διαπραγμάτευσης και τον προγραμματισμό της επόμενης ημέρας.
Σύμφωνα με τις αποφάσεις της Συνόδου, το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ), ήτοι ο προϋπολογισμός της ΕΕ για την περίοδο 2021-2027, ανέρχεται σε 1,074 τρισ. ευρώ και είναι χαμηλότερος από την πρόταση της ΕΕ του Φεβρουαρίου 2020. Παράλληλα, το Ταμείο Ανάκαμψης θα αντλήσει πόρους 750 δισ. ευρώ από τις αγορές, αλλά μετά τις έντονες πιέσεις σκληρές διαπραγματεύσεις των «φειδωλών» χωρών (Ολλανδία, Δανία, Αυστρία, Σουηδία) οι πόροι αυτοί θα κατανεμηθούν μεταξύ επιχορηγήσεων (390 δισ.) και δανείων (360 δισ.), ανατρέποντας επί τα χείρω την αρχική πρόταση της ΕΕ για τη διάθεση 500 δισ. σε επιχορηγήσεις και 250 για δάνεια.
Οι πόροι αυτοί θα ενσωματωθούν, μέσω εργαλείων και προγραμμάτων του ΠΔΠ, ως επιχορηγήσεις ή δάνεια και θα στοχεύουν στον μετασχηματισμό της ΕΕ – μέσω πολιτικών για την Πράσινη Συμφωνία, τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την ανθεκτικότητα. Στη χώρα μας αναλογούν 19 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 12,5 δισ. σε δάνεια από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Ο αγροτικός τομέας στην Σύνοδο Κορυφής
- Η Ευρώπη στο «παζάρι»
Μια ακριβής αποτύπωση της κατάστασης για τον αγροτικό τομέα είναι εξαιρετικά δύσκολη ακόμα. Αφενός δεν έχουν οριστικοποιηθεί και εξειδικευτεί οι αποφάσεις της Συνόδου, διότι είναι σε εκκρεμότητα οι αποφάσεις του Ευρωκοινοβουλίου, της Επιτροπής και των εθνικών κοινοβουλίων για την αύξηση των εθνικών συνεισφορών στον κοινοτικό προϋπολογισμό, αφετέρου τα διάφορα «αντίδωρα» ή τα «γλυκίσματα» της διαπραγμάτευσης, (όπως τα χαρακτηρίζει ο Α. Matthews (Ομότιμος καθηγητής Ευρωπαϊκής Αγροτικής Πολιτικής, Trinity College Dublin, Ireland), που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με την αγροτική ανάπτυξη δημιουργούν σύγχυση σε ό,τι αφορά την πραγματική εικόνα.
Γνωρίζαμε, εδώ και δύο χρόνια, από την πρώτη ανακοίνωση της Επιτροπής τον Μάιο του 2018, ότι ο προϋπολογισμός της ΚΑΠ συμπιέζεται και ότι αναμένονται μειώσεις για την νέα προγραμματική περίοδο 2021-2027.
Από έναν προϋπολογισμό της τάξης των 382,8 δισ. της περιόδου 2014-2020, η νέα πρόταση της Επιτροπής το Μάιο του 2018 προέβλεπε μείωση στους πόρους της ΚΑΠ στα 324,3 δισ. (μείωση 15% περίπου σε σταθερές τιμές).
Η πρώτη σημαντική αύξηση αυτού του προϋπολογισμού ακολούθησε την κρίση του Covid-19 και την ενσωμάτωση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης το Μάιο στο πλαίσιο του οποίου η αγροτική ανάπτυξη θα χρηματοδοτείτο με επιπλέον 15 δισ. σε σταθερές τιμές για την «αναχρηματοδότηση της αγροτικής ανάπτυξης»: Για την αντιμετώπιση της κρίσης και την ευχερέστερη προσαρμογή στην Πράσινη Συμφωνία, τη «στρατηγική από το χωράφι στο πιάτο» και τη «στρατηγική για την βιοποικιλότητα». Αυτοί οι πόροι θα κάλυπταν μεγάλο μέρος των απωλειών των προηγούμενων προτάσεων.
Το Μάιο του 2020 η Επιτροπή κατέθεσε πρόταση προϋπολογισμού στα 348,3 δισ., πλησίον του ύψους της οποίας βρέθηκε και αυτή του Προέδρου του Συμβουλίου της ΕΕ C. Michel στην Σύνοδο Κορυφής (348,2 δισ.) του Ιουλίου, προϋπολογισμός που με την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων της Συνόδου, μειώθηκε τελικά κατά περίπου 4,5 δισ. στα 343,9 δισ.
Ο A. Matthews περιγράφει όλο αυτό σαν την «κίνηση του εκκρεμούς» από τα 324,3 δισ. της Επιτροπής του 2018, στα 334,3 της φινλανδικής Προεδρίας το Δεκ. του 2019, στα 348.3 της Επιτροπής του Μαΐου του 2020 και μετά στα 343,9 της Συνόδου του Ιουλίου.
Αν κάποιος δει προσεκτικά την πρόταση με την οποία προσήλθε στην Σύνοδο ο C. Michel, θα καταλήξει εύκολα στην άποψη ότι η γεωργία είναι μάλλον η χαμένη της διαπραγμάτευσης, καθώς στο πλαίσιο αυτής περιορίστηκαν άμεσα ή έμμεσα οι πόροι της, ώστε να δοθούν διαφόρων τύπων «δωράκια» με ποικίλες αιτιολογήσεις σε κράτη-μέλη με σκοπό να καμφθούν οι αντιστάσεις τους στην διαπραγμάτευση.
Στο τετραήμερο της διαπραγμάτευσης η πρόταση Michel τραυματίστηκε ποικιλοτρόπως, ειδικά σε ότι αφορά στο Ταμείο Ανάκαμψης. Όχι μόνο λόγω της σχέσης επιχορηγήσεων/δανείων και αποσύνδεσης της στήριξης από την τήρηση των κανόνων του κράτους δικαίου ή της δυνατότητας ενός και μόνο κράτους-μέλους να βάλει «φρένο» στην έγκριση και εκταμίευση των πόρων. Ούτε μόνο λόγω της αύξησης των εκπτώσεων (rebates) ύψους 52,8 δισ. που θα αποκομίσουν μια σειρά χώρες, όπως η Δανία, η Γερμανία, η Ολλανδία, η Αυστρία και η Σουηδία στην επόμενη επταετή περίοδο, για να μειωθεί το βάρος της συμβολής τους στον κοινοτικό προϋπολογισμό.
Η πρόταση Michel τραυματίστηκε και γιατί, μέσα σε τέσσερις μέρες, συρρικνώθηκαν οι πόροι για σημαντικά προγράμματα που αφορούν άμεσα ή έμμεσα στην γεωργία, όπως αυτό της αναχρηματοδότησης της Αγροτικής Ανάπτυξης από 15 δισ. σε 7,5 (μείωση κατά 50%), το Horizon Europe (με σημαντικό άξονα στην αγροτική έρευνα) από 13,5 δισ. σε 5 δισ. (μείωση κατά σχεδόν 60%) και αυτό της «πολυδιαφημισμένης» Δίκαιης Μετάβασης -που θα στήριζε και δράσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής- από 30 δισ. σε 10 (μείωση κατά περίπου 66%).
Το τετραήμερο της διαπραγμάτευσης προκάλεσε και άλλα (μικρότερα ή μεγαλύτερα) τραύματα στο «σώμα» της γεωργίας και της ΚΑΠ. Μπορεί να διασώθηκε η πρόταση της Επιτροπής για τη σταδιακή εξωτερική σύγκλιση των αγροτικών ενισχύσεων (σε έξι ίσα βήματα κάλυψης του 50% της απόστασης των χωρών που βρίσκονται κάτω από το 90% του μέσου όρου της ΕΕ των 259,5 ευρώ ανά εκτάριο, με πρώτο έτος το 2022 και τελευταίο το 2027), αλλά προέκυψαν άλλες αλλαγές:
- Αυξήθηκε η ενίσχυση ανά εκτάριο στα 200 ευρώ για τις χώρες κάτω του μέσου όρου των 259,5 ευρώ ανά εκτάριο της ΕΕ, γεγονός που θα αποτυπωθεί ως απώλεια πόρων για την Ελλάδα.
- Καταργήθηκε, έπειτα από πιέσεις ορισμένων χωρών της ομάδας Βίζεγκραντ, η υποχρεωτική οροφή (capping) για τις ενισχύσεις άνω των 100.000 και έγινε εθελοντική, γεγονός που αναμένεται να πλήξει και την αναδιανεμητική πολιτική της νέας ΚΑΠ (μεταφορά ενισχύσεων από τις μεγαλύτερες αγροτικές εκμεταλλεύσεις στις μικρές και μεσαίες).
- Μοιράστηκαν επιπλέον πόροι, ως «αντίδωρα», σε μια σειρά κράτη-μέλη για την αντιμετώπιση διαφόρων προβλημάτων στην αγροτική ανάπτυξη. Από την αρχική διάθεση ενός αδιάθετου υπολοίπου 2,5 δισ. φθάσαμε στα 5,350 δισ. (αύξηση κατά περίπου 50%). Μεγάλοι ωφελημένοι η Γαλλία (1.6 δισ.), η Γερμανία (650 εκατ.), η Ισπανία (500 εκατ.), η Ιταλία (500 εκατ.) και η Φινλανδία (400 εκατ.).
Η Ελλάδα έχει λαμβάνειν 300 εκατ. από αυτά τα «αντίδωρα» και απέφυγε τα χειρότερα της πλήρους εξωτερικής σύγκλισης των ανά εκτάριο ενισχύσεων μεταξύ παλιών και νέων κρατών-μελών με την υιοθέτηση της πρότασης της Επιτροπής για σταδιακή μερική σύγκλιση μέχρι το 2027. Μπορεί όμως η Ελλάδα να είναι ικανοποιημένη.
2. Το «φτωχό αντίδωρο» για την Ελλάδα
Ο Έλληνας Πρωθυπουργός μετά τη Σύνοδο δήλωσε, μεταξύ άλλων, ότι «σε ό,τι αφορά το ΠΔΠ παρά τη μείωση του, πετύχαμε δύο πράγματα, την αύξηση των πόρων που η Ελλάδα θα πάρει από το Ταμείο Συνοχής και παράλληλα, για τους αγρότες μας, παραμένουν σταθεροί οι πόροι από την Κοινή Αγροτική Πολιτική».
Ας δούμε τα πράγματα με τη σειρά, κάνοντας μια εκτίμηση για τους αναμενόμενους πόρους μετά τη Σύνοδο, με βάση τους συντελεστές που χρησιμοποιούμε ως χώρα.
Για την Ελλάδα, από έναν προϋπολογισμό 19,460 δισ. της περιόδου 2014-2020, η πρόταση της Επιτροπής το Μάιο 2018 μας οδηγούσε στα 18,3 δισ. περίπου. Αν συγκρίνει κανείς αυτά τα ποσά με μια αναμενόμενη διαμόρφωση του προϋπολογισμού σήμερα κοντά στα 19,3 δισ., τότε αιτιολογείται η αναφορά του Πρωθυπουργού μετά το πέρας της Συνόδου ότι παραμένουν σταθεροί οι πόροι συγκριτικά με την προηγούμενη προγραμματική περίοδο.
Τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι και μια τέτοια σύγκριση θα ήταν παραπλανητική. Και τούτο γιατί το Μάιο του 2020 με τη νεότερη αναθεωρημένη πρόταση από την Επιτροπή, που ενσωμάτωνε την αναλογούσα χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης στον Πυλώνα ΙΙ, το συνολικό ποσό που προέκυπτε για την χώρα πλησίαζε τα 19.5 δισ.
Είναι κρίσιμο να δούμε όμως πως γίνονται οι συγκρίσεις. Αν οι συγκρίσεις γίνονται με την πρόταση της Επιτροπής του Μαΐου 2018, τότε με την απόφαση της Συνόδου είμαστε ωφελημένοι. Αν όμως η απόφαση της Συνόδου συγκρίνεται με την πρόταση της Επιτροπής του Μαΐου 2020 (αλλά και αυτή του C. Michel στην Σύνοδο) μετά την ενσωμάτωση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, τότε είμαστε ζημιωμένοι (κατά τουλάχιστον 200 εκατ.) συνυπολογίζοντας το «δωράκι» των 300 εκατ. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της ουσιαστικής απουσίας μας στις διαπραγματεύσεις.
Είχα προ ημερών σημειώσει σε άλλο άρθρο, ότι η Ελλάδα ήταν απούσα από τις διαπραγματεύσεις για τη χρηματοδότηση του αγροτικού τομέα, όταν άλλοι ηγέτες προσερχόμενοι στην Σύνοδο αναδείκνυαν την σημασία του τομέα στις διαπραγματεύσεις τους. Η αφωνία της Ελλάδας μιας χώρας στην οποία ο αγροτικός τομέας έχει ιδιαίτερη βαρύτητα με όρους συμμετοχής στο ΑΕΠ, στην απασχόληση και στις εξαγωγές, της οποίας οι ευρωπαϊκές ενισχύσεις στηρίζουν σημαντικά το γεωργικό εισόδημα, αποτυπώθηκε και στις αποφάσεις της Συνόδου για τη γεωργία.
Μείωση άμεσων ή έμμεσων πόρων για την αγροτική ανάπτυξη, την έρευνα και τη Δίκαιη Μετάβαση στο Ταμείο Ανάκαμψης αλλά και αλλοίωση κατευθύνσεων αγροτικής πολιτικής. Χαμένοι εμείς σε πόρους για τη χώρα και σε πολιτικές, κερδισμένοι οι άλλοι και σε πόρους και σε πολιτικές.
Πάνω απ’ όλα όμως, χαμένη είναι η γεωργία της ΕΕ από τις τελικές αποφάσεις των ασυγκράτητων συμβιβασμών. Η έκβαση της διαπραγμάτευσης της Συνόδου Κορυφής αποτελεί ένα «πισωγύρισμα» σε ό,τι αφορά τη γεωργία, τόσο λόγω της μείωσης των διαθέσιμων πόρων για την αναχρηματοδότηση της αγροτικής ανάπτυξης μετά τη συγκρότηση του Ταμείου και την αρχική κατανομή των πόρων, όσο και σε ό,τι αφορά την ίδια την προώθηση των πολιτικών της Ένωσης για την Πράσινη Συμφωνία, την έρευνα, τη Δίκαιη Μετάβαση και το κράτος δικαίου.
Η απόφαση της Συνόδου αποτελεί τραύμα και στην αποφασιστικότητα της Ένωσης να εφαρμόσει τις πολιτικές της, αφού τελικά επικράτησαν οι πολιτικές του «παζαριού» και των «εκπτώσεων».
Ήδη άρχισαν να διατυπώνονται οι πρώτες ενστάσεις (μεταξύ των οποίων και από τις πολιτικές ομάδες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που κατέθεσαν ψήφισμα σχετικά με τα συμπεράσματα της έκτακτης Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου) αλλά και ανησυχίες για τη δυνατότητα υλοποίησης της νέας αγροτικής πολιτικής και των προγραμμάτων της ΕΕ.
Φοβάμαι ότι, σαν αποτέλεσμα των παραπάνω, το δόγμα «κάνουμε περισσότερα με λιγότερα», δεν θα βρει πολλούς υποστηρικτές στις νέες πολιτικές για την γεωργία, την ανάπτυξη και το περιβάλλον της Ένωσης.
Comments