ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Ο θάνατος των ευζώνων Χρήστου και Γεωργίου Δημόπουλου από το Πιτσά Κορινθίας

0

Η Κορινθιακή συμμετοχή στην έκθεση στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών

Σωτηρία Α. Δημοπούλου

ΤΟ ΜΠΑΟΥΛΟ

(Ο θάνατος των ευζώνων Χρήστου και Γεωργίου Δημόπουλου από το Πιτσά Κορινθίας)

Στο Σινσινάρι(τι) της Αμερικής είχαν μεταναστεύσει πριν από 6 χρόνια τα λεβεντόκορμα αδέλφια Χρήστος και Σωτήρης Δημόπουλος, σπρωγμένοι από την οικονομική δυσπραγία που είχε δημιουργήσει η σταφιδική κρίση στα χωριά της Κορινθίας. Δεκαπέντε χρονών  ήταν όταν πήγε εκεί ο Σωτήρης,  ακολουθώντας τον εικοσιδυάχρονο αδελφό του.  Δούλευαν σκληρά  και ασταμάτητα, στα εργοτάξια των αμερικάνικων σιδηροδρόμων, μέσα στους πάγους και τα κρύα τον χειμώνα και κάτω από τον ανελέητο ήλιο το καλοκαίρι. Η εργατικότητα, η τιμιότητα και η σωματική τους ρώμη, είχε εκτιμηθεί από τους ανωτέρους τους που τους είχαν κάνει αρχηγούς ομάδας. Τα περισσότερα  χρήματα από αυτά που κέρδιζαν, και ήταν αρκετά, τα  έστελναν στον πατέρα τους και τον μεγαλύτερο αδελφό τους, για να καλοπαντρέψουν τις τρείς αδελφές τους και να αγοράσουν γη στο χωριό τους το Πιτσά, για λογαριασμό τους.

               Ήταν   ένα  κρύο πρωινό του Γενάρη του 1912, «Χρήστος Δημόπουλος! Σωτήρης Δημόπουλος!», φώναξε ο Αμερικανός ταχυδρόμος που κάθε βδομάδα μοίραζε την αλληλογραφία στους ξένους εργάτες. Στα χέρια του κρατούσε ένα φάκελο με μαύρο πλαίσιο. Ο Σωτήρης παράτησε κατάχαμα τη βαριοπούλα με την οποία έσπαγε τις πέτρες που τοποθετούσαν στις γραμμές και έτρεξε πρώτος να πάρει το γράμμα. Ξοπίσω του κατέφθασε και ο αδελφός του ασθμαίνοντας. Τα χέρια του Σωτήρη έτρεμαν όταν άνοιγαν τον πένθιμο φάκελο. Ήταν γράμμα απ το παλάτι, ενημερωτικό και συλλυπητήριο για τον θάνατο του αγαπημένου εικοσάχρονου αδελφού τους Γιώργη από βαριά πνευμονία, που άρπαξε όταν υπηρετούσε εκεί σκοπιά ως Εύζωνας. Τα δυο αδέλφια αγκαλιάστηκαν, πικρά δάκρυα έτρεξαν από τα μάτια τους και πότισαν την ξένη γη. Θρήνησαν τον ξανθό, καλόκαρδο  πανύψηλο Γιώργη το καμάρι τους,  τον υπασπιστή του βασιλιά. Θρήνησαν τα νιάτα και  την κακοτυχία του, γιατί ήδη του είχαν στείλει πρόσκληση για να εργαστεί μαζί τους, ύστερα από την λήξη της θητείας του στα ανάκτορα,  κάτι που επρόκειτο να συμβεί σε λίγες μέρες. Βουβοί μάρτυρες του πόνου τους, στάθηκαν οι ξένοι εργάτες της ομάδας τους που τους αγκάλιαζαν  ένας, ένας κλαίγοντας και αυτοί, λες και ο Γιώργης ήταν αδελφός δικός τους.

 Βρίσκονταν ακόμα σε βαρύ πένθος, όταν άκουσαν ότι κηρύχτηκε πόλεμος στην Ελλάδα,   μα ούτε ο φόβος ενός ενδεχόμενου δικού τους θανάτου, ούτε και η υπόσχεση μιας καλύτερης και ασφαλούς ζωής κράτησαν στη ξενιτιά τα δύο αδέλφια.  Ούτε στιγμή δεν το σκέφτηκαν,  η πατρίδα τους είχε ανάγκη.  Αποφάσισαν να  πάνε να πολεμήσουν ως εθελοντές. Άφησαν τις στρωμένες τους δουλειές, στοίβαξαν τα λιγοστά πράγματά τους στο μπαούλο του Χρήστου, διέσχισαν την Αμερική και ύστερα τον ωκεανό με το πρώτο υπερωκεάνιο που πήραν από την Νέα Υόρκη και κατέπλευσαν στον Πειραιά. Από εκεί, αφού πρώτα πρόλαβαν και έστειλαν το μπαούλο σπίτι τους, παρουσιάστηκαν στα στρατεύματά τους. Επρόκειτο να καταταγούν στο μέτωπο και έμελε να λάβουν μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους

                Ο Χρήστος στα ανάκτορα ενεδύθει με συγκίνηση  την τιμημένη στολή του Εύζωνα, νιώθοντας τη σκιά του καλόγνωμου αδικοχαμένου Γιώργη να τον αγκαλιάζει και το χρέος προς τη πατρίδα του διπλασιάστηκε. Ο ευγενικός, δυνατός και ηθικός Σωτήρης κατετάγει στο πεζικό.

Τα δυο αδέλφια πολέμησαν σαν ήρωες στη γη της Μακεδονίας. Έλαβαν μέρος στις σημαντικότερες μάχες των Βαλκανικών πολέμων. Συμμετείχαν στην απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, στις ηρωικές μάχες του Λαχανά, του Κιλκίς και αλλού. Συγκλονιστικές ήταν οι περιγραφές του παππού μου Σωτήρη Δημόπουλου,  για τις μάχες που δίνονταν σώμα με σώμα, «εφ’ όπου (όπλου) λόγχη». Πολλά  επίσης είχε να μας διηγηθεί  για την σκληρότητα και την δολιότητα ορισμένων Βουλγάρων στρατιωτών. Ήταν ντάλα μεσημέρι μας έλεγε και οι καταπονημένοι Έλληνες στρατιώτες βάδιζαν  προελαύνοντας προς τα σύνορα επί  μέρες ρακένδυτοι, άυπνοι, νηστικοί και διψασμένοι, όταν είδαν από μακριά ένα πηγάδι. Ο Σωτήρης που ήταν στην πρώτη γραμμή έτρεξε πρώτος να πιεί νερό  και ήταν τυχερός γιατί το νερό πάνω-πάνω ήταν καθαρό. Όταν κατέβηκε αρκετά η στάθμη του νερού που ξεδίψαγε τους στρατιώτες, είδαν με φρίκη να αποκαλύπτονται τα σαπισμένα, χολεριασμένα πτώματα που είχαν πετάξει εκεί σκόπιμα οι Βούλγαροι και βρίσκονταν στον πάτο του πηγαδιού. Οι περισσότεροι συμπολεμιστές του πέθαναν με φρικτό τρόπο από το μολυσμένο νερό.

Είχε να λέει όμως και για την καλοσύνη κάποιας άλλης ομάδας Βουλγάρων στρατιωτών, που γνώρισε μια νύχτα  που φύλαγε σκοπιά κάπου στα σύνορα κοντά στην Νιγρίτα Σερρών. Έστεκε πεινασμένος και ξυλιασμένος μες στα χιόνια, με θερμοκρασίες πολλών βαθμών κάτω από το μηδέν,  όταν από το απέναντι φυλάκιο άκουσε μια φωνή σε σπασμένα Ελληνικά, «αδελφέ εμείς θα σταματήσουμε τον πόλεμο! Δεν θα σκοτωθούμε, εμείς θα κάνουμε μόνοι μας ειρήνη!  Άμα θέλει ας έρθει ο Φερδινάρδος και ο δικός σας ο Κωνσταντίνος εδώ να πολεμήσουν»! Ο Βούλγαρος στρατιώτης πέρασε με ένα σάλτο  τη γραμμή των συνόρων, άπλωσε τα χέρια του και αγκάλιασε τον εμβρόντητο Σωτήρη! Έτσι και έγινε, όσο παρέμειναν σε εκείνο το φυλάκιο ρουθούνι δεν άνοιξε. Υλοποίησαν  μόνοι τους την ειρήνη. Κάποιοι από αυτούς τους έφερναν κρυφά σφαχτά για να φάνε και οι δικοί μας τους έδιναν  σακιά με αλάτι από τις προμήθειές τους, που στη Βουλγαρία ήταν δυσεύρετο… Έτσι εκείνοι οι στρατιώτες από τις δύο εμπόλεμες και εχθρικές χώρες,  ορθόδοξοι στο θρήσκευμα και πρώην «πολίτες» του Βυζαντίου και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σύμφωνα με τις επιταγές του Ιησού έγιναν για εκείνο το διάστημα «ειρηνοποιοί», έγιναν «το αλάτι της γης» ετούτης…

Ο Χρήστος, παράλληλα, πολεμούσε στα Ευζωνικά τάγματα που προέλαυναν νικηφόρα και απωθούσαν τους Βούλγαρους με σκληρές μάχες,  ακόμα και μέσα στην Βουλγαρία. Το έπος όμως των Ευζώνων  αυτών  γράφτηκε  στους λόφους της Άνω Τζουμαγιάς. Το επίλεκτο σώμα των Ελλήνων κλήθηκε να αντιμετωπίσει εκεί στις 16 και 17 Ιουλίου του 1913, το πολλαπλάσιο σε δύναμη και άρτια εξοπλισμένο  σύνταγμα της βασιλικής φρουράς των Βουλγάρων. Οι Έλληνες πολεμούσαν λυσσαλέα και όταν τους τελείωσαν τα πυρομαχικά  τους επιτέθηκαν ακόμα και με πέτρες. Η νίκη ήταν αμφίρροπη και τρομακτικές οι απώλειες των στρατιωτών. Η μάχη της τελευταίας μέρας ήταν καθοριστική, οι Έλληνες νίκησαν ύστερα από φοβερό αγώνα και απώθησαν τους Βουλγάρους πέρα από τους λόφους, ήταν όμως μοιραία για τον Χρήστο! Λίγο πριν λήξει η μάχη, του επιτέθηκαν δυο Βούλγαροι, ο ένας από αυτούς πισώπλατα. Οι δυο ξιφολόγχες από τα όπλα τους διαπέρασαν με δύναμη το ρωμαλέο σώμα του Χρήστου που αιφνιδιάστηκε. Το αίμα του χύθηκε «σούληνο» και έβαψε κόκκινη την ολοκέντητη φέρμελη και τη λευκή φουστανέλα του. Σωριάστηκε βογκώντας από πόνο στη ξένη γη και μόλις που πρόλαβε να δει τις ματωμένες ξιφολόγχες να υψώνονται με μανία και να καρφώνονται στα μάτια του…  Ήταν άτυχος, την επόμενη μέρα κηρύχθηκε ανακωχή.

 Ο Σωτήρης  ενώ ήταν ακόμα στο μέτωπο, έλαβε ένα ακόμα συλλυπητήριο πένθιμο γράμμα από το παλάτι, μαζί και το γράμμα ενός φίλου και συμπολεμιστή του Χρήστου από την Καρδίτσα, που τον πληροφορούσε λεπτομερώς για τα καθέκαστα… Βαρύ και ασήκωτο ήταν το φορτίο του πόνου για όλη την οικογένεια. Οι δυο λεβέντες τους είχαν χαθεί. Κανείς δε τους νεκροστόλισε, κανείς δεν τους είπε μοιρολόια, ή μάλλον τραγούδια όπως συνήθιζαν να λένε στην Κορινθία στους ανύπαντρους. Τον όμορφο Γιώργη τον περίμενε μάταια η αρραβωνιαστικιά του, η πλούσια κόρη του Μάρα με τους αλευρόμυλους από την Κόρινθο. Ο Χρήστος επίσης ήταν λογοδοσμένος με μια όμορφη κοντοχωριανή του που έμεινε κι αυτή έρμη. Ο Σωτήρης όταν επέστρεψε από το μέτωπο και παντρεύτηκε ύστερα από αρκετό καιρό, βάπτισε το πρώτο του παιδί Χριστίνα, ως ελάχιστη τιμή προς τον ήρωα αδελφό του, τον αγαπημένο του  Χρήστο. «Του έβγαλαν τα μάτια οι Βούλγαροι», μου έλεγε συχνά κλαίγοντας μέχρι τον θάνατό του σε βαθειά γεράματα ο παππούς μου, γιατί δεν μπόρεσε να ξεπεράσει ποτέ τον χαμό του αδελφού του, αλλά ούτε και τον σκληρό τρόπο με τον οποίο πέθανε…

 Πέρασαν χρόνια και ο θάνατός των Ευζώνων ξεχάστηκε, κανείς δεν τους τίμησε. Μόνο ένα παλιό αμερικάνικο μπαούλο φορτωμένο με απώλειες, ανεκπλήρωτα όνειρα και ηρωισμούς, με τα αρχικά του Χρήστου (Χ Δ) χαραγμένα λοξά πάνω στο γυρτό καπάκι και ένα πορτραίτο του με λυπημένα μάτια απέμειναν, πολύτιμη κληρονομιά από τον αγαπημένο μου παππού Σωτήρη. Τοποθετημένα πια σε μια γωνιά στο σπίτι μου, αδιάσειστα τεκμήρια και κειμήλια ηρώων, περιμένουν το χάδι της ψυχής και της ματιάς μου…

H ΑΜΚΕ «ΦΕΡΜΕΛΗ» – Όμιλος Ανάδειξης της πολιτιστικής, καλλιτεχνικής και εθνικής μας κληρονομιάς, με πρωτοβουλία της Προέδρου της, Λίζας Πενθερουδάκη, διοργανώνει τη θεματική έκθεση «ΕΥΖΩΝΕΣ», με τη συμμετοχή 64 διακεκριμένων Ελλήνων εικαστικών, πλαισιωμένης από έναν πρωτότυπο πυρήνα ιστορική αναφοράς, αποτελούμενο από φωτογραφίες, ιστορικά κειμήλια και συλλεκτικά αντικείμενα από δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές

Την επιμέλεια της έκθεσης έχουν η Ίρις Κρητικού και ο Νίκος Βατόπουλος.

Οι δυο παράλληλες ενότητες της έκθεσης που ξεκινά στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου Ευταξία (χωρίς εγκαίνια) την Πέμπτη 15 Οκτωβρίου και ώρα 19.00 αναπτύσσουν από κοινού το ιστορικό και εικαστικό αφήγημα καθώς και τους διαφορετικούς άξονες του ιδεολογήματος και του οράματος του Σώματος των Ευζώνων.

Η πρωτοβουλία της ΦΕΡΜΕΛΗΣ, συμπίπτοντας με μια δυσχερή εποχή κρίσης κατά την οποία κυριολεκτικά και νοητά κεκτημένα όρια αμφισβητούνται, συμπίπτοντας με μια περίοδο παρατεταμένης παγκόσμιας αναγκαστικής εσωστρέφειας, αλλά και καλούμενη να προϋπαντήσει την τόσο σημαντική επέτειο της Εθνικής Παλιγγενεσίας, αποτέλεσε για όλους τους συντελεστές της έκθεσης ένα πολύμηνο κοπιαστικό αλλά συναρπαστικό εγχείρημα.

Ειρήνη Βογιατζή

Στόχος τόσο των διοργανωτών, όσο και των επιμελητών, συνομιλώντας και αντλώντας από τον παράλληλο πολύτιμο ιστορικό πυρήνα της έκθεσης, η σύγχρονη εικονοποιία της να μην αναλωθεί σε στερεοτυπικές και γραφικές αποτυπώσεις μιας «χάρτινης» εικόνας του Εύζωνα, αλλά να ενισχυθεί με παλλόμενες συγκινησιακά ζωγραφικές απεικονίσεις πορτραίτων ανθρώπων, ηρώων που υπήρξαν και ζωγραφικών λαϊκών ή ακαδημαϊκών προτύπων που κατά το παρελθόν δημιουργήθηκαν και διαδόθηκαν. «Να κεντηθεί με πολύτιμες λεπτομέρειες που σε εμπνευσμένη συνομιλία με το αρχαίο και βυζαντινό παρελθόν της ευζωνικής στολής, οδηγούν σε οργανική σύγχρονη έμπνευση. Να ξεδιπλωθεί με την εικαστική απόδοση ιστορικών επεισοδίων, παιδικών και οικογενειακών αναμνήσεων, αθηναϊκών και άλλων στιγμιότυπων με επίκεντρο την ακοίμητη Ανακτορική -και μετέπειτα Προεδρική- Φρουρά, τις κεντρικές αθηναϊκές λεωφόρους και το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη στο Σύνταγμα. Στη διαδρομή αυτή, οι εικαστικά αποδοσμένες καταθέσεις προσωπικών αφηγήσεων και οι αναδρομές σε οικογενειακά άλμπουμ με στόχο την εικαστική αποτύπωση, συναντήθηκαν και κατά κάποιον τρόπο ενσωματώθηκαν με τη σειρά τους στο ιστορικό αφήγημα της έκθεσης», σημειώνουν οι επιμελητές της έκθεσης.

Σάββας Γεωργιάδης

Στην έκθεση συμμετέχουν οι εικαστικοί:

Γιάννης Αδαμάκης, Χριστίνα Αθανασούλα-Μαντζαβίνου, Χριστίνα Ακτίδη, Χρήστος Αλατσάκης, Νεκτάριος Αποσπόρης, Άννα Αχιλλέως, Κάτια Βαρβάκη, Μαριλίτσα Βλαχάκη, Ειρήνη Βογιατζή, Κική Βουλγαρέλη, Μαίρη Γαλάνη-Κρητικού, Μαρία Γέρουλα, Σάββας Γεωργιάδης, Μαρία Γιαννακάκη, Στρατηγούλα Γιαννικοπoύλου, Δικαία Δεσποτάκη, Μαρία Διακοδημητρίου, Φραγκίσκος Δουκάκης, Αποστόλης Ιτσκούδης, Κατερίνα Ιωαννίδη, Σταυρούλα Καζιάλε, Σοφία Καλογεροπούλου, Μηνάς Καμπιτάκης, Βασίλης Καρακατσάνης, Νίκος Κιτμερίδης, Σοφία Ρόζα Κοσμίδου, Βαγγέλης Κύρης, Βασίλης Λιαούρης, Γιώργος Λουλούδης, Τάσος Μαντζαβίνος, Λυδία Μαργαρώνη, Μηνάς Μαυρικάκης, Στέλλα Μελετοπούλου, Γιάννης Μετζικώφ, Γιάννης Μπεκιάρης, Γεωργία Μπλιάτσου, Ρούλη Μπούα, Μίλτος Παντελιάς, Γεύσω Παπαδάκη, Κωνσταντίνος Παπαμιχαλόπουλος, Χριστίνα Παρασκευοπούλου, Παναγιώτης Πασάντας, Λίζα Πενθερουδάκη, Στέλιος Πετρουλάκης, Γιώργος Σαλταφέρος, Παύλος Σάμιος, Χρήστος Σανταμούρης, Έφη Σδούκου, Βασίλης Σούλης, Χρήστος Στανίσης, Μαρίνα Στελλάτου, Κωνσταντίνα Τζαβιδοπούλου, Βάσω Τρίγκα, Κλαίρη Τσαλουχίδη-Χατζημηνά, Ελευθερία Τσέικο, Κατερίνα Τσεμπελή,Βιργινία Φιλιππούση, Πάβλος Χαμπίδης, Μανώλης Χάρος, Αθηνά Χατζή, Άρτεμις Χατζηγιαννάκη, Αναστασία Χατζίρη, Νικόλας Χριστοφοράκης, Αριστείδης Χρυσανθόπουλος.

Συλλογή Τάσου και Χριστίνας Μαντζαβίνου

Με αφορμή την έκθεση, σχεδιάστηκε αναλυτικός κατάλογος. Τα κείμενα καταλόγου υπογράφουν οι: Λίζα Πενθερουδάκη, Εικαστικός-Πρόεδρος ΔΣ ΑΜΚΕ ΦΕΡΜΕΛΗ, Δρ. Στέφανος Καβαλλιεράκης, Διευθυντής του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών- Ιδρύματος Βούρου-Ευταξία, Δρ. Λάζαρος Ριζόπουλος, Διδάσκων Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Νίκος Βατόπουλος, δημοσιογράφος και Ίρις Κρητικού, ιστορικός τέχνης. Τον σχεδιασμό της έκδοσης έχει ο Ανδρέας Γεωργιάδης.

Στο διάστημα λειτουργίας της έκθεσης, η οποία θα διαρκέσει έως τις 23 Νοεμβρίου, προγραμματίζονται και άλλες παράλληλες δράσεις που θα ανακοινωθούν.

Στο πλαίσιο του εορτασμού του επετειακού έτους 2021, ήδη προγραμματίζεται η παρουσίαση της έκθεσης εκτός Αθηνών, στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

INFO Το Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών λειτουργεί για το κοινό Δευτέρα με Παρασκευή 09:00-16:00, Σάββατο και Κυριακή 10:00-15:00 ενώ την Τρίτη το Μουσείο είναι κλειστό. Η είσοδος επιτρέπεται ΜΟΝΟ με τη χρήση μάσκας και οι επισκέπτες καλούνται να ακολουθούν τις σημάνσεις που ορίζουν τον μέγιστο αριθμό ατόμων ανά αίθουσα. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να επισκέπτονται και το site του μουσείου στη διεύθυνση https://athenscitymuseum.gr/

8eCUgvCwsa

Προσλήψεις προσωπικού “όπου” και “όποτε” χρειαστεί, ανακοίνωσε ο Μητσοτάκης

Previous article

Επτά κλίνες ΜΕΘ αναπτύσσει το Νοσοκομείο Κορίνθου

Next article

You may also like

Comments

Comments are closed.