Στις 9 Μαρτίου 1941, οι ιταλικές δυνάμεις εκτόξευσαν την τελευταία μεγάλη αντεπίθεσή τους στη διάρκεια του ελληνο-ιταλικού πολέμου. Στόχος των Ιταλών ήταν η ανατροπή της δυσμενούς για τους ίδιους κατάστασης και η ανακατάληψη των χαμένων εδαφών. Μάλιστα, προς επίτευξη του σκοπού αυτού, ο ιταλικός στρατός είχε λάβει νέες ενισχύσεις ενώ ο ίδιος ο Μουσολίνι έφτασε στην Αλβανία για να παρακολουθήσει την εξέλιξη των επιχειρήσεων (ο μοναδικός ηγέτης δύναμης των εμπολέμων του Β’ Π.Π. που έφτασε τόσο κοντά στην πρώτη γραμμή της μάχης). Η εαρινή αντεπίθεση, Πριμαβέρα είχε αρχίσει.
Πρώτη αποστολή των Ιταλών ήταν η κατάληψη του στρατηγικής σημασίας υψώματος 731 (ο υψοδείκτης με τον οποίο αναγνωριζόταν) το οποίο υπεράσπιζε το 2ο τάγμα Τρικάλων υπό τον ταγματάρχη Δημήτριο Κασλά. Έχοντας επίγνωση ότι η θέση του θα αποτελούσε το κέντρο βάρους της ιταλικής επίθεσης ο Έλληνας ταγματάρχης εξέδωσε την ακόλουθη διαταγή προς τους άνδρες του: «Επί των κατεχομένων θέσεων θα αμυνθώμεν μέχρι εσχάτων. Προμηνύεται λυσσώδης επίθεσις του εχθρού, η οποία οπωσδήποτε θα αποκρουσθή και θα συντριβή. Τότε μόνον θα διέλθη ο εχθρός εκ της τοποθεσίας μας, όταν αποθάνωμεν άπαντες επί των θέσεών μας. Ουδείς θα κινηθή προς τα οπίσω. Πάντες θα αποθάνωσι επί των θέσεών των.»
Το πρωί της 9ης Μαρτίου, το ιταλικό πυροβολικό ξεκίνησε να σφυροκοπά τις ελληνικές θέσεις επί του υψώματος. Μέσα σε 2 ώρες, 300 πυροβόλα έριξαν 100.000 βλήματα, η μεγαλύτερη συγκέντρωση πυροβολικού σε όλο τον Β’ Π.Π. αναλογικά με την έκταση καθώς υπολογίζεται πως σε κάθε 1 τ.μ. αντιστοιχούσε ένα πυροβόλο! Το 731 είχε χαθεί από τα μάτια φίλων και εχθρών τυλιγμένο σε σύννεφα καπνού και σκόνης ενώ τα πάντα είχαν ανασκαφεί. Τόσο οι Ιταλοί όσο και οι Έλληνες είχαν συγκλονιστεί από τη σφοδρότητα του βομβαρδισμού. Με το πέρας του σφυροκοπήματος, δόθηκε το σύνθημα της επίθεσης και το ιταλικό πεζικό, δύναμης συντάγματος, εφόρμησε κατά του υψώματος σίγουρο για την κατάληψή του. Τότε ήρθε και η σειρά του ελληνικού πυροβολικού. Παρά την έλλειψη βλημάτων, τα οποία έπρεπε να ρίχνονται κυριολεκτικά με το δελτίο, οι Έλληνες πυροβολητές άνοιξαν πυρ προκαλώντας βαριές απώλειες στους επιτιθέμενους.
Ωστόσο, το ιταλικό πεζικό κατάφερε να διέλθει τον φραγμό πυρός και συνέχισε την εφόρμησή του φτάνοντας στις παρυφές του υψώματος και ξεκινώντας την αναρρίχηση προς το αναπεπταμένο τοπίο σίγουροι ότι τίποτα και κανείς δεν θα είχε επιβιώσει του βομβαρδισμού. Φτάνοντας προς τις ελληνικές γραμμές τους περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη. Μέσα από τους καπνούς ξεπρόβαλαν οι μορφές Ελλήνων στρατιωτών. Οι άνδρες αυτοί, που θα έπρεπε να είχαν κονιορτοποιηθεί κάτω από το βάρος των οβίδων, αντεπιτέθηκαν δυναμικά εφ’ όπλου λόγχη αναγκάζοντας τους αντιπάλους τους σε άτακτη φυγή. Μόλις το βαρύ κροτάλισμα των ελληνικών πολυβόλων άρχισε να αντηχεί στην περιοχή, η ελληνική διοίκηση ανάσανε με ανακούφιση και θαυμασμό. Κανένας δεν περίμενε ότι θα υπήρχε έστω και ένας ζωντανός άνδρας επί του υψώματος. Αυτή έμελλε να είναι η πρώτη μόνο έφοδος.
Επί 15 μέρες οι ιταλικές δυνάμεις σφυροκοπούσαν ανηλεώς τον βράχο της ελληνικής αντίστασης. Επί 15 μερόνυχτα 12 πλήρεις ιταλικές μεραρχίες προσπαθούσαν να εκδιώξουν 6 καταπονημένες και ελλιπώς εφοδιασμένες ελληνικές. Επί 15 μέρες ο ελληνικός στρατός κρατούσε τις θέσεις του αποκρούοντας 20 ιταλικές επιθέσεις. Ήταν πλέον σαφές πως οι Ιταλοί είχαν αποτύχει για μια ακόμα φορά. Κατά τη διάρκεια των μαχών, ο ελληνικός στρατός είχε 1.243 νεκρούς και 4.016 τραυματίες. Ωστόσο, παρέμενε κύριος του πεδίου και το σημαντικότερο, νικητής. Στον αντίποδα, οι Ιταλοί είχαν 11.800 απώλειες, νεκρούς και τραυματίες χωρίς να μπορέσουν να κερδίσουν ούτε 1 μέτρο γης. Για πολλοστή φορά, η μικρή Ελλάδα είχε αποδείξει την αξία της ντροπιάζοντας τον Άξονα.
(Στην εικόνα: Φωτογραφία του υψώματος 731 με το πέρας των μαχών. Η ένταση του βομβαρδισμού ήταν τέτοια που το ύψωμα είχε κοντύνει κατά 5 μέτρα μετονομαζόμενο σε 726.)
Πηγή: Chronica Historica Χρήστος Σ.
Comments