Ήταν σούρουπο, ο ήλιος δεν είχε ακόμη δύσει. Η Έλενα καθόταν στο μπαλκόνι του σπιτιού της, στο Κίεβο, και κάπνιζε: “Βλέπω κάτι να πετάει αργά. Στην αρχή νόμιζα ότι ήταν κοράκι που είχε χτυπήσει. Αλλά μετά άκουσα ένα βουητό…».
Τελικά, το …κοράκι ήταν ένα drone. Η Έλενα δεν είχε ξαναδεί drone, ωστόσο, ακούγοντας τον ήχο, συνειδητοποίησε ότι σίγουρα δεν ήταν μπροστά της ένα πουλί.
Στο διαμέρισμά της υπήρχε ένα παλιό κυνηγετικό όπλο του πατέρα της, με το οποίο θα μπορούσε να πλήξει την εχθρική συσκευή. Αλλά δεν είχε τον χρόνο να πάει στο δωμάτιό της για να ψάξει να το βρει –άσε που δεν ήξερε καν αν θα λειτουργούσε. Εκτός αυτού μέχρι να επιστρέψει το drone θα είχε εξαφανιστεί. Αντίθετα, βάζα γεμάτα με σπιτικές πίκλες, ντοματάκια, αγγουράκια, πιπεριές και άλλα τρόφιμα στέκονταν τακτικά τοποθετημένα στο μικρό ντουλαπάκι.

Έτσι η Έλενα άρπαξε ένα βάζο με ντοματάκια και το εκτόξευσε με όλη της τη δύναμη: «Μάλλον από φόβο. Επειδή φοβήθηκα. Και αν αρχίσουν να με πυροβολούν από εκεί; Τι κρίμα για αυτές τις ντομάτες. Ήταν ντομάτες με δαμάσκηνα, τα αγαπημένα μου. Ένα βάζο του λίτρου…».
Το βάζο του ενός λίτρου βρήκε σαν από ένα θαύμα τον στόχο του και κατέρριψε το drone. Στη συνέχεια αυτή και ο σύζυγός της έκαναν βόλτα στο σπίτι, πάτησαν τα υπολείμματα του drone και σκόρπισαν τα συντρίμμια σε διάφορους κάδους σκουπιδιών.
Η απίθανη αυτή ιστορία, μία από τις χιλιάδες μικρές καθημερινές ιστορίες του πολέμου στην Ουκρανία, έγινε γρήγορα viral και μετέτρεψε την Έλενα σε θρύλο.

Στο Διαδίκτυο διαδίδονται και φωτογραφίες από ένα σπασμένο δοχείο με τουρσί, αλλά η Έλενα αποκαλεί τις φωτογραφίες αυτές ψεύτικες («δεν ήταν αγγουράκια», είπε ), αλλά δεν τράβηξε ούτε φωτογραφίες από το σπασμένο της βάζο με τις ντομάτες: «Δεν είναι ώρα για φωτογραφίες».
Το ενδιαφέρον στην ιστορία είναι ότι σύμφωνα με την Έλενα, το drone εκτοξεύτηκε από συμμορίες που αναζητούν διαμερίσματα χωρίς ιδιοκτήτες, για να τα λεηλατήσουν: «Έχουν ήδη έρθει πολλές φορές στην είσοδο της πολυκατοικίας μας. Μια γειτόνισσα παρατήρησε ύποπτους νεαρούς άνδρες και όταν άρχισε να ρωτάει δυνατά ποιοι ήταν και από πού προέρχονταν, τράπηκαν γρήγορα σε φυγή».
Η Έλενα εργάζεται σε ένα μικρό κατάστημα οικιακών χημικών στην περιοχή της. Το κατάστημα ανήκει σε ένα νεαρό ζευγάρι που έχει πλέον φύγει από την πόλη. Η Έλενα έρχεται στο μαγαζί κάθε μέρα του πολέμου, παρά τους βομβαρδισμούς. Στις μικρές διακοπές των βομβαρδισμών, οι άνθρωποι τρέχουν στα καταστήματα για τρόφιμα, νερό, σκόνη ρούχων, σαπούνι, χαρτί υγείας.
«Δεν υπάρχουν νέες προμήθειες. Τα μισά αγαθά έχουν ήδη πουληθεί», λέει. Στα κοντινά μαγαζιά υπάρχει ουρά για να αγοράσεις κάποια προϊόντα: «Τις προάλλες η ΑΤΒ πήρε αυγά και ένα καρβέλι ψωμί. Ήθελα γάλα για τη μητέρα μου, αλλά δεν μου έφτανε. Μπόρεσα να το αγοράσω χθες στο Novus…».
«Ο πόλεμος αποδεικνύει για άλλη μια φορά πόσο διαφορετικοί είναι οι άνθρωποι», τονίζει η Olena. «Υπάρχουν καταστήματα, για παράδειγμα, όπου οι τιμές αυξάνονται κάθε μέρα. Αλλά, ταυτόχρονα, ένας από τους επιχειρηματίες μάς έφερε πατάτες, κόλιαντρο, ντομάτες, αγγούρια από την αποθήκη λαχανικών του και απλώς τα μοίρασε στον κόσμο».
Μετά τον πόλεμο, η γυναίκα θα ήθελε να επιστρέψει στη δουλειά της και είναι αισιόδοξη: «Θα τα ξαναφτιάξουμε όλα, θα σηκώσουμε τα πάντα. Θα αρχίσουμε να ζούμε ξανά».
Λέει ότι η περιοχή της είναι σχετικά ήρεμη τώρα. Κάπου κάπου ακούγονται εκρήξεις, αλλά είναι πιο μακρινές τώρα και ο κόσμος ηρέμησε λίγο: «Πολλοί άρχισαν πάλι να κοιμούνται τα βράδια. Επειδή δεν έχουμε κοιμηθεί τέσσερις μέρες στη σειρά. Οι ντόπιοι κάνουν βόλτα τα σκυλιά, πάμε πάντα με τα έγγραφα. Είναι καιρός πολέμου, όλοι καταλαβαίνουν», λέει η Έλενα.
Comments