της Νόρας Ράλλη
Ο καλύτερος ίσως μεταφραστής του Μέλβιλ είναι Ελληνας και δεν δίνει συνεντεύξεις!
Ψάξε, ψάξε, δεν θα τον βρεις. Καμία συνέντευξη δεν έχει δώσει ποτέ (μόνο μία εκπομπή στο Παρασκήνιο της ΕΡΤ υπάρχει με τον ίδιο, πριν από χρόνια). Χωμένος συνεχώς μέσα στα γραφτά και τις μελέτες του, πάντα περιτριγυρισμένος από λέξεις, ο Αθανάσιος Κ. Χριστοδούλου υπάρχει πράγματι;
Υπάρχει αυτός ο άνθρωπος που έδωσε δέκα ολόκληρα χρόνια από τη ζωή του για μία και μόνη μετάφραση; Αυτός, που θεωρείται (και είναι) από τους σπουδαιότερους μελετητές του Χέρμαν Μέλβιλ παγκοσμίως, έχει κάνει από τις καλύτερες (αν όχι την καλύτερη) μετάφραση του «Μόμπι Ντικ», έχει κάνει σπουδή πάνω στο έργο του Σεφέρη και δεν σταματά να συγγράφει;
Εξαιτίας του έγινε το πρώτο Διεθνές Συνέδριο για τον Μέλβιλ στον Βόλο, όπου και μένει, το 2008, με εισηγητές από όλο τον κόσμο (Ιαπωνία, ΗΠΑ, Σουηδία, Παλαιστίνη, Αγγλία κ.α.). Μα ο Μέλβιλ τούς επιφύλασσε μία απίστευτη έκπληξη: ήρθε φάλαινα στον Παγασητικό! Εξω ακριβώς από τον χώρο του συνεδρίου.
Δεν υπάρχει «μελβιλιστής» που να μην τον γνωρίζει, δεν υπάρχει σοβαρός μεταφραστής που να μην αναγνωρίζει τη συνεισφορά του στον κλάδο, διεθνώς. Οσο για εμάς, τους απλούς αναγνώστες, είναι κάτι σαν «θρύλος».

Με αφορμή το ανέβασμα του «Μόμπι Ντικ» σε λιμπρέτο και μουσική Δημήτρη Παπαδημητρίου και σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα στο Christmas Theater, αυτές τις μέρες, τον γνωρίσαμε (επιτέλους) από κοντά. Ο Α. Κ. Χριστοδούλου δεν μετέφρασε απλά το μεγαλειώδες αυτό έργο του Μέλβιλ, αλλά για να το κάνει διάβασε και ό,τι βιβλίο και πηγή είχε βρει ο ίδιος ο Μέλβιλ για να το γράψει.
Εφτιαξε ακόμα και ειδικές γραμματοσειρές για την εκτύπωση του βιβλίου (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg και κάθε χρόνο, από το 1992 που πρωτοεκδόθηκε, αυξάνονται οι πωλήσεις). Βασικά, έχει φτιάξει καμιά 200αριά γραμματοσειρές. Στο βιβλίο, μαζί με τον αείμνηστο Δημήτρη Αρμάο, επιμελήθηκε κάθε λεπτομέρεια. Εχει εκδοθεί και ειδικός τόμος με σημειώσεις επί του κειμένου: «Herman Melville: “Μόμπι Ντικ ή η φάλαινα”», 1997 (ήταν να γίνουν 5 τόμοι, αλλά βλέπεις μία ζωή δεν φτάνει…). «Μόνο το “Πίκουοτ” δεν έχετε φτιάξει [σ.σ. το θρυλικό πλοίο του μυθιστορήματος, με κυβερνήτη τον Αχαάμπ, που ψάχνει να σκοτώσει τη μεγάλη, λευκή σπερμοφάλαινα, τον Μόμπι Ντικ]» του λέμε και γελάει. Για να μάθουμε πως και αυτό έχει φτιάξει από ξύλο, όπως και δεκάδες ζωγραφικούς πίνακες με θέματα του βιβλίου.
Ο Α. Κ. Χριστοδούλου είναι δικηγόρος. «Το πώς έγινα, άσ’ το. Ψυχή βαθιά… Ημουν πάντα καλός μαθητής, αλλά δίχως να ξέρω ακριβώς τι θέλω να γίνω. Τελείωσα τη Νομική στην Αθήνα, λίγο πριν από τη Χούντα» μάς λέει. «Μη με ρωτάς αν είμαι πολιτικοποιημένος. Για μένα, τα πάντα είναι στις λέξεις. Αν το σκεφτείς αυτό, θα καταλάβεις πόσα κρύβονται ή φανερώνονται μέσα από αυτές. Οσο για μένα… μια γραμματοσειρά είμαι. Τίποτε άλλο μην ψάχνεις σε μένα να βρεις.
Μόνο λέξεις. Λέξεις. Οι λέξεις διαμορφώνουν ανά πάσα στιγμή τον άνθρωπο. Είναι μία πνευματική κατάσταση: γράφεις, το ξαναδιαβάζεις, το ακυρώνεις, το ξαναγράφεις. Ακυρώνεις ουσιαστικά τον εαυτό σου και επιχειρείς να τον αναδημιουργήσεις έως ότου τον αποδεχθείς. Αυτό έκαμα και με τον “Μόμπι Ντικ”. Γι’ αυτό μού πήρε και δέκα χρόνια».

Τη μετάφραση την έκανε σε ψηφοδέλτια που περίσσευαν όταν ήταν δικαστικός αντιπρόσωπος. «Στην αρχή, τα καθαροέγραφα και τα έστελνα στον Αρμάο. Ε, κάποια στιγμή, καθώς έπαιρνε χρόνο όλο αυτό, μού είπε “στείλ’ τα όπως είναι!”. Ετσι, στα ψηφοδέλτια! Ακόμα τα έχω. Ολα. Οπως και τις διορθώσεις πάνω στη μετάφραση – σελίδες επί σελίδων σημειώσεις. Ράφια ολόκληρα».
Καταλαβαίνουμε πως η μετάφραση ίσως είναι μία ακόμα λέξη για μας, αλλά για τον ίδιο, μαζί με τη συγγραφή, είναι η ίδια η ζωή: «Από φοιτητής διάβαζα πολύ. Νύχτα μέρα δούλευα – αυτό έκανα, αυτό κάνω. Εχει ένα κόστος βέβαια όλο αυτό… Αλλά δεν μπορούσα να παραιτηθώ από τα διαβάσματα και τα γραπτά μου. Ξεκίνησα από τη “Στροφή” του Σεφέρη. Βγήκαν τρεις τόμοι ανάλυσης και σπουδής πάνω στον ποιητή και πήρε και το κρατικό βραβείο τότε. Γιατί τον Σεφέρη; Γιατί άρχισα να τον διαβάζω, δεν καταλάβαινα τίποτα και έτσι έκατσα και μελέτησα. Μαθαίνοντας Σεφέρη, πραγματικά νιώθεις πως μπορείς να καταλάβεις σχεδόν τα πάντα. Η εικονοποιητική του δύναμη είναι καταπληκτική.
Μετά τον Σεφέρη, έπιασα τον Μέλβιλ. Ηθελα να κάνω κάτι μεγάλο, που να μείνει. Αλλά δεν ήξερα καλά αγγλικά, γιατί εκείνη την εποχή δεν τα εξασκούσα – τότε μιλάγαμε ακόμα ελληνικά στην Ελλάδα. Οπότε, για τη μετάφραση, έπρεπε να μάθω καλά αγγλικά.
Ετσι, άρχισα να “κολυμπάω” μέσα στα λεξικά. Ειδικά το Webster έγινε το δεξί μου χέρι. Θυμάμαι είχε πέσει στα χέρια μου “Ο Μόμπυ Ντικ”, σε μετάφραση Αγλαΐας Μητροπούλου, εκδόσεις Πεχλιβανίδη. Αλλά δεν είχε μεταφράσει όλο το βιβλίο, ήταν σύντομη έκδοση. Πήρα το αγγλικό κείμενο κι άρχισα τις συγκρίσεις. Αρα και το ψάξιμο…
Ο Μέλβιλ είναι τεράστιος συγγραφέας. Αλλά το κείμενο του Μέλβιλ δεν είναι απλό. Είναι προβληματικό για τον μεταφραστή, καθώς εμπεριέχει λέξεις με πολλές σημασίες. Για παράδειγμα, το 3ο κεφάλαιο έχει επικεφαλίδα “The Spouter Inn”.
Η Μητροπούλου το είχε μεταφράσει ως “Το πανδοχείο του παραμυθά”. Αυτό έχει βάση, καθώς πράγματι ο πανδοχέας ζαλίζει τον Ισμαήλ [σ.σ. ένας από τους ναύτες του «Πίκουοτ» και ο μόνος που μένει ζωντανός] με ιστορίες για αγρίους και κανιβάλους κ.λπ. Ψάχνοντας εγώ βρήκα ότι “spouter” είναι και η φάλαινα φυσητήρας, δηλαδή η σπερμοφάλαινα – όπως ήταν ο “Μόμπι Ντικ”. Αρα η πρώτη σημασία είναι “Το πανδοχείο του φυσητήρα” και η δεύτερη, επίσης σύμφωνη με το πνεύμα του Μέλβιλ, είναι “Το πανδοχείο του παραμυθά”. Μετά βρήκα κι άλλες ενδείξεις πως η πρώτη πρέπει να είναι η πιο σωστή.
Ή έπρεπε να μεταφράσω το “loοmings”, που είναι οι αχνές γραμμές των πλοίων στον ορίζοντα. Δεν μπόρεσα ποτέ να βρω μία ελληνική λέξη γι’ αυτό. Ετσι το απέδωσα περιφραστικά: “Αμυδρές γραμμές στον ορίζοντα”… Πολύ ψάξιμο για μία λέξη. Ετσι πήγε. Με το Webster από τη μια και την καλλιέργεια της ελληνικής γλώσσας που είχε γίνει μέσω της μελέτης του Σεφέρη, από την άλλη. Είχα πλέον αποκτήσει ένστικτο και κριτήριο.
Με τα λεξικά δουλεύω έως και σήμερα. Για μένα, γνωστές λέξεις δεν υπάρχουν – είναι όλες άγνωστες. Και οι ελληνικές. Οταν γράφω, δεν υπάρχει περίπτωση να μην ελέγξω ξανά και ξανά κάθε λέξη. Ανεξέλεγκτες λέξεις δεν υπάρχουν.
Και δεν μιλάω μόνο για τη λεξικογραφική τους σημασία, αλλά και για τα συμφραζόμενα: οι λέξεις πρέπει και στη μεταξύ τους σχέση να είναι άψογες! Ας πούμε, δεν μπορείς να βάλεις αποθετικά ρήματα με αντικείμενο. Είναι λάθος. Και το παρατηρώ να γίνεται συχνά σε λογοτεχνικά βιβλία».
Φυσικά δεν ξέραμε τι σημαίνει «αποθετικό ρήμα» και το ψάξαμε εκείνη τη στιγμή. Χαμογελάει (με το χάλι μας προφανώς), αλλά και μόνο ότι μπήκαμε στη διαδικασία ψαξίματος τον ευχαριστεί: «Πλήρης υποταγή στα λεξικά και τη γλώσσα μας, όπως μάς έχει δοθεί» μάς λέει. «Από κει και πέρα, δημιουργείς μεν νέα γλώσσα, αλλά με τις συνδέσεις των λέξεων. Δημιουργείς εικόνες, που είναι πρωτότυπες. Ουσιαστικά ποίηση δημιουργείς κι ας γράφεις πεζό. Αυτό είναι το μεγαλείο της ελληνικής γλώσσας: είναι ποιητική.
Διάβασα ό,τι διάβασε ο Μέλβιλ και όχι ό,τι είχε γραφεί για τον Μέλβιλ. Χωρίς αυτή τη δουλειά, ο Μέλβιλ είναι απλησίαστος. Οπως και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς (όπως ο Σέξπιρ). Το τελευταίο μου βιβλίο είναι πάνω στον Κουικουέκ, τον κανίβαλο στον “Μόμπι Ντικ” – ανάλυση πάνω σε έναν μόνο χαρακτήρα του Μέλβιλ. Γι’ αυτό και μόνο, βρήκα και διάβασα 200 βιβλία/πήγες από τις οποίες ο Μέλβιλ εμπνεύστηκε κι έφτιαξε τον Κουικουέκ.

Καταλαβαίνεις τι σημαίνει αυτό; Ο Μέλβιλ έριξε πολλή δουλειά! Ο “Μόμπι Ντικ” δεν είναι ένα απλό λογοτεχνικό βιβλίο με αφηρημένες έννοιες. Είναι η φιλοσοφία του Μέλβιλ πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη. Είναι δοκίμιο πάνω στη γλώσσα. Και όταν λέμε “γλώσσα” εννοούμε το πνεύμα. Το μυαλό. Από εκεί πηγάζουν οι λέξεις και δομούνται. Λέγοντας γλώσσα, εννοούμε πνεύμα. Ανώτερες πνευματικές λειτουργίες. Το έχουμε ξεχάσει αυτό…
Πρόσεξε τώρα: η φάλαινα είναι η αιτία που κάνει τον Αχαάμπ να λέει λέξεις – να βγάζει λόγους, μονολόγους, να φιλοσοφεί. Η φάλαινα είναι και η αιτία που έκανε τον Μέλβιλ να γράψει το βιβλίο. Αρα έχουμε μία φάλαινα (ένα κήτος δίχως μυαλό, όπως το βλέπουν οι άνθρωποι) που γίνεται όμως η πηγή να γράψει ο Μέλβιλ αυτό το βιβλίο και όλοι οι ήρωες να μιλάνε και ν’ αναπτύσσουν τη σκέψη τους. Για σκέψου λοιπόν: ποια είναι η πραγματική σημασία της φάλαινας;
Τι είναι αυτό το “κήτος” που κάνει τον άνθρωπο να λέει λέξεις; Η νοητική λειτουργία – αυτό είναι η φάλαινα! Η οποία νοητική λειτουργία (εδώ είναι η αντίφαση) δεν έχει συνείδηση του τι είναι! Τι είναι λόγος; Τι είναι σκέψη; Η φάλαινα, ο “Μόμπι Ντικ”, είναι κάτι άπιαστο, απροσδιόριστο. Η φάλαινα τελικά κατέστρεψε τον Αχαάμπ. Αυτή ακριβώς είναι η ανθρώπινη τραγωδία μας: ενώ έχουμε σκέψη και νου και μπορούμε να δημιουργούμε κόσμο, αυτός ο κόσμος είναι πλαστός.
Μη απτό αποκύημα του μυαλού. Δεν έχει πρόσωπο, είναι χωρίς ιδιότητες. Δεν μπορείς ποτέ να καταλάβεις “τι είναι φάλαινα”. Οταν πάει να “συλλάβει” τη φάλαινα, τον πνίγει με τα θηλιά και τον τραβάει μαζί της, στα βάθη της θάλασσας (κυριολεκτικά και μεταφορικά). Ο λόγος μπορεί να ταξιδεύει αενάως, μαζί με τον άνθρωπο, χωρίς ποτέ κανείς να μπορεί να τον συλλάβει. Εάν τολμήσεις να τον συλλάβεις, αυτό ισοδυναμεί με θάνατο».
Είναι η ύβρις που λέγαν οι αρχαίοι ή η πλήρης καταστροφή σαν λάβεις όλη τη γνώση, που λένε οι συγγραφείς επιστημονική φαντασίας; «Ολα τα έχει πει ο Μέλβιλ στο βιβλίο. Ενα απελπιστικό, μα συνάμα αληθινό βιβλίο, με απελπιστικά, μα αληθινά νοήματα… Γιατί απελπιστικό; Μα μπορείς να ζήσεις, ξέροντας πως η ζωή σου όλη είναι ένα ψέμα; Κάτι το πλαστό; Που δεν μπορεί ποτέ να συλλάβεις; Μπορείς να ζήσεις έτσι; Εγώ δεν κατάλαβα πότε έγινα 79 χρόνων. Τι έγινα; Τίποτα. Τίποτα δεν έχω αφήσει πίσω μου. Και με πιάνει ένας τρόμος… Αλλά ούτε αυτά έχουν σημασία.
Ως άνθρωπος, πήγα προς εκεί που ήταν να πάω, έφτιαξα αυτά που ήταν να φτιάξω και ώς εκεί. Ο Μέλβιλ είναι γοητευτικός, ακριβώς γιατί μάς παρουσιάζει αυτή την αυταπάτη: νομίζουμε ότι δημιουργούμε, λες και είμαστε θεοί. Η φάλαινα του Μέλβιλ είναι η απεικόνιση της τραγικότητάς μας. Και μας δείχνει πως ποτέ δεν θα την πιάσουμε. Θα μείνει μια ελεύθερη, λευκή σπερμοφάλαινα και θα μείνει ένας μόνο ζωντανός για να πει την Ιστορία. Αυτό – τίποτε άλλο! Αυτή είναι η ανθρώπινη ύπαρξη. Ίσως η τραγωδία μας είναι ότι μπορούμε και αντιλαμβανόμαστε ακριβώς αυτό: ότι είμαστε τραγικά όντα. Ίσως να είναι και η σωτηρία μας αυτό, αν το κάνουμε κάτι καλό προς όλους. Ίσως».
πηγή: efsyn
Comments