Ματθαίου Χ. Ανδρεάδη (Μέρος Γ ΄)
Ε. ΟΙ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
Κατά καιρούς ο τόπος δοκίμαζε σάλο κοινωνικό ή ζούσε εθνικές εξάρσεις ή κρίσεις και δοκιμασίες. Ο σάλος και η κρίση δεν μπορούσαν να μη φθάνουν στις αίθουσες του Γυμνασίου και των άλλων σχολείων βέβαια. Πολλές φορές γυμνασιόπαιδα ξεχύθηκαν στους δρόμους, άλλοτε σε εθνικές εξάρσεις ή κρίσεις “ανευφημούντα υπέρ του Έθνους” και άλλοτε, ζώντας στους δρόμους ή στο σπίτι ή και απ’ τις εφημερίδες πληροφορημένοι τα πολιτικά γεγονότα, τοπικά και της χώρας, προέβαιναν “εις της ηλικίας των τας οικείας εκδηλώσεις” εκφράζοντας τα αισθήματά τους. Ο Γυμνασιάρχης επί του προκειμένου ή θα περιοριζόταν σε νουθεσίες ή θα προσκαλούσε την αστυνομία, “προκαλών ούτω ενίοτε την εξέγερσιν των μαθητών, οίτινες στασιάζοντες έθραυον τα θρανία των”, όπως συνέβη μια φορά με τον Γυμνασιάρχη μετέπειτα Κορίνθου Ν. Πετρή.
Στην Κόρινθο μια νύχτα, κατά την έναρξη του θέρους του 1874 συνελήφθησαν νεαροί “άδοντες άσεμνα άσματα και διαταράσσοντες την κοινήν ησυχίαν”. Εγράφη στον “Κορινθιακό Αστέρα” και αναδημοσιεύθηκε, με σχόλια μάλιστα, στον Αθηναϊκό τύπο, ότι “μερικοί τραμπούκοι δι’ όλης της νυκτός περιέτρεχον τας οδούς τραγωδούντες τα αίσχιστα εν Κορίνθω^ οι διεφθαρμένοι ούτοι παίδες, ου μόνον ανησυχούσι την πόλιν εν ώρα νυκτός δι’ ασέμνων ασμάτων, αλλά και άλλως εν ημέρα πλανώσι αθώα πλάσματα, παίδας χρηστοηθεστάτων ηθών και φοιτώντας εις τα σχολεία. Ο αστυνόμος κ. Νικ. Ρίσκας, το μεσονύκτιον της 17ης προς 18ην Ιουλίου, εκ πολλών παίδων συλλαβών δύο τοιούτους, ων ο εις ορφανός μεν εκ πατρός, αλλ’ εντίμου και ευπόρου οικογενείας, ο δε έτερος υιός πλουσίου πατρός, αφού εμαστίγωσεν ως έπρεπεν, έδεσεν έπειτα εις δύο μωρεόδενδρα και διά κουστωδίας κλητήρων επετήρησεν αυτούς προσηλωμένους εις τον κορμόν μέχρις ανατολής του ηλίου”.
ΣΤ. Η ΒΟΥΛΕΥΤΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΨΗΦΟΥΧΟΙ ΑΝΑΛΦΑΒΗΤΟΙ
Όλοι οι μαθητές του Γυμνασίου δεν ήσαν βέβαια οξύνοες και επιμελείς, άρα δεν απέδιδαν στα μαθήματα, όμως όλων περίπου των μαθητών στόχος ήταν το απολυτήριο. Όταν προς τούτο δυσκόλευαν τα πράγματα στα Γυμνάσια, έρχονταν σε επικουρία οι γονείς με τους κομματικούς τους φίλους, δηλαδή βοηθούσε ο φατριασμός και η βουλευτοκρατία. Καυτηριάζοντας το φαινόμενο, έγραφε ο Εμμ. Ροΐδης, όχι χωρίς υπερβολή: “…Υπό την στέγην της πατρικής καλύβης περί ουδενός άλλου ακούει ο ελληνόπαις τους οικείους του συζητούντας ειμή περί της πιθανής εκβάσεως των εκλογών και των ωφελημάτων τα οποία δύνανται να καρπωθώσιν εκ της εξυπηρετήσεως τούτου ή εκείνου του υποψηφίου. Ουδέ δύναται άλλο τι να διδαχθή εις το σχολείον παρά να περιφρονή τα γράμματα και να σέβεται τας ψήφους, βλέπων τους δασκάλους του να σύρωνται ως ερπετά προ των ποδών παντός κομματαρχίσκου, να παύωνται ή να εκσφενδονίζωνται από Καλαμών εις Τρίκαλα κατά πάσαν μετάστασιν υπουργικού βουλευτού, να συνιστώσιν βουλευτικά χάρβαλα ως κατάλληλα προς εγκατάστασιν γυμνασίου, να παρέχη απολυτήρια εις ψηφούχους αναλφαβήτους και να δέρεται ως κτήνος εν μέση αγορά αν αρνηθή να πράξη τούτο”. Τα πιο πολλά απ’ τα καυστικά σχόλια του Εμμ. Ροΐδη, όπως φαίνεται στη συνέχεια, τα επιβεβαίωνε, σχεδόν κατά λέξη, ο υπουργός των Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως Σπ. Ε. Στάης, στην κυβέρνηση, μάλιστα, του Χαριλ. Τρικούπου, μιλώντας σχετικά στη Βουλή: “…Η κυρία αφορμή της μη υπάρξεως δημοσίας παιδείας παρ’ ημίν είναι η βουλευτοκρατία”, απευθυνόμενος δε στους βουλευτές πρόσθεσε: “…Μη ανέρχεσθε τας κλίμακας του υπουργείου της Παιδείας και τας των Γυμνασίων και θέλετε ίδει, ότι η παιδεία θα βελτιωθή. Μη ζητείτε την απόλυσιν των ικανών, των αδεκάστων, των θρησκευτικώς εκτελούντων το καθήκον αυτών, διότι δεν προήγαγον τον ανίκανον, τον αμαθή και τον ανεπίδεκτον μαθήσεως. Μη απολύετε, μη εξοβελίζητε εις τα πέρατα του Ελληνικού κράτους τον ικανόν, του οποίου οι συγγενείς συνέβη να μη ανήκωσιν εις την πολιτικήν υμών μερίδα και τότε θέλετε ίδει βελτιουμένην την εκπαίδευσιν”. Συνεχίζεται…
Comments