ΜΑΤΘΑΙΟΥ Χ. ΑΝΔΡΕΑΔΗ (Μέρος Δ ΄ τελευταίο)
Ο αριθμός των μαθητών και μαθητριών που φοιτούσαν στα σχολεία, ήταν αυξητικός. Το 1830, ο αριθμός των μαθητών δημοτικής εκπαιδεύσεως, κυμαινόταν γύρω στα 0,6 εκατοστά των νέων, ηλικίας μέχρι 18 ετών, ενώ το ίδιο έτος, επί του συνόλου του πληθυσμού, η αναλογία των μαθητών του δημοτικού, ήταν 0,88 εκατοστά (17).
Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 1830, το ποσοστό των μαθητών επί του συνόλου του πληθυσμού, ανερχόταν σε 0,33 εκατοστά και η σχέση των μαθητών αυτών, έναντι του αντίστοιχου πPOUQUEVILLE, François Charles Hugues Laurent. Grèce, Παρίσι, Firmin Didot, MDCCCXXXV [=1835].ληθυσμού σχολικής ηλικίας, ήταν 3,6 εκατοστά (18). Το 1853 ο Ιάκωβος Ρ. Ραγκαβής, επισκεπτόμενος την Κορινθία, αναφέρει εκτός των άλλων, και την ύπαρξη επτά (7) δημοτικών σχολείων, στο Σοφικό, στη Νεμέα, στη Ζάχολη, στο Κιάτο, στη Γκούρα (όλα Β’ τάξεως), στο Κλημέντι Γ’ τάξεως και στα Τρίκαλα Β’ τάξεως, όπου υπήρχε και Ελληνικό σχολείο. Μετά οκτώ χρόνια, το ποσοστό των μαθητών και των μαθητριών στην Κορινθία ήταν 4,99 εκατοστά, επί συνολικού πληθυσμού 35.866 κατοίκων (4,577 εκατοστά οι μαθητές και 0,42 εκατοστά οι μαθήτριες). Ειδικώτερα επί συνόλου 16.933 νέων, ηλικίας μέχρι 18 ετών (8.653 άρρενες και 8.280 θήλεις), οι μαθητές ήσαν 1.641 και οι μαθήτριες 151, σύνολο 1.792, ή 10,58 εκατοστά των νέων. Και απ’αυτούς τους νέους πάλι:
α. Στην Κόρινθο, επί 1.021 αρρένων, μαθητές 213 και επί 957 θηλέων, μαθήτριες 38.
β. Στη Σικυώνα, επί 918 αρρένων, μαθητές 166 και επί 904 θηλέων, μαθήτριες 10.
γ. Στη Στυμφαλία, επί 819 αρένων, μαθητές 33 και επί 682 θηλέων, καμμία μαθήτρια.
δ. Στη Νεμέα, επί 737 αρρένων, μαθητές 83 και επί 730 θηλέων, μαθήτριες 12.
ε. Στην Πελλήνη, επί 579 αρρένων, μαθητές 26 και επί 563 θηλέων, καμμία μαθήτρια.
στ. Στην Περαχώρα, επι 493 αρρένων, μαθητές 67 και επί 483 θηλέων, καμμία μαθήτρια.
ζ. Στη Σολυγεία, επί 570 αρρένων, μαθητές 60 και επί 537 θηλέων, καμμία μαθήτρια.
η. Στο Φενεό, επί 662 αρρένων, μαθητές 73 και επί 649 θηλέων, 7 μαθήτριες.
θ. Στη Ζάχολη, επί 1.059 αρρένων, μαθητές 348 κα επί 1.048 θηλέων, μαθήτριες 69.
ι. Στις Κλεωνές, επί 596 αρρένων, μαθητές 93 και επί 608 θηλέων, μαθήτρια καμμία. Τέλος
ια. Στα Τρίκαλα, επί 1.199 αρρένων, μαθητές 479 και επί 1.119 θηλέων, μαθήτριες 15.
Απ’όλα τα παραπάνω, προκύπτει ότι ευθύς μετά την εθνική αποκατάσταση, και για αρκετές δεκαετίες, παρουσιάσθηκε το φαινόμενο της υπερεκπαιδεύσεως των Ελλήνων, μολονότι η χώρα είχε αγροτικό χαρακτήρα και η οικονομία ήταν σχετικά κλειστή, με έντονα τα χαρακτηριστικά της αυτοκαταναλώσεως (19). Η θέσπιση δωρεάν και υποχρεωτικής της πρωτοβάθμιας παιδείας στην Ελλάδα, έγινε μισόν αιώνα, πριν απο τη δυτική Ευρώπη. Ακόμη, όπως παρατηρείται, οι πιο πολλοί μαθητές της πρωτοβάθμιας εκπαιδεύσεως, προέχονταν από τις ορεινές περιοχές, όχι μόνο τους πρώτους χρόνους μετά την απελευθέρωση, αλλά και αργότερα για αρκετές δεκαετίες, φαινόμενο που, σύμφωνα με τα παραπάνω, παρουσιάστηκε και στηνΚορινθία έντονο (όπως στους δήμους Φενεού, Τρικάλων, Ζάχολης κλπ. στους οποίους, οι μαθητές στοιχειώδους εκπαιδεύσεως υπερέβαιναν τα 50 εκατοστά των μαθητών ολόκληρης της Κορινθίας).
Τα πρώτα μέτρα προστασίας της υγείας του λαού, που τον μάστιζαν μολυσματικές αρρώστειες, αφορούσαν τα παιδιά με διαταγή του υπουργείου των εσωτερικών το 1834 και στη συνέχεια, με β.δ. της 4 Απριλίου 1835, αποφασίστηκε ο συστηματικός “εμβολιασμός της δαμαλίτιδος” (βατσίνας), όλων των παιδιών της χώρας. Ετσι, διατάχθηκαν οι “προεστώτες των σχολείων κλπ.”, να γνωστοποιήσουν στους κατοίκους των επαρχιών, “τον υποχρεωτικόν εμβολιασμόν από δημόσιον ιατρόν εμβολιαστην”, όλων: α) των γεννημένων τη χρονιά αυτή βρεφών, β) των παιδιών που γεννήθηκαν “κατά τους παρελθόντας χρόνους” και γ) των παιδιών, που εκ περιστάσεων, τυχόν, μπολιάστηκαν, μια ή δύο φορές, χωρίς επιτυχία. Αφού οι δήμαρχοι, οι ιερείς και οι δάσκαλοι, γνωστοποίησαν στο λαό την υποχρέωση αυτή, κατορθώθηκε τελικώς, το 1838, να γίνει ο πρώτος γενικός εμβολιασμός των ανηλίκων σε όλη τη χώρα. Κατά τα δημοσιευόμενα, σχετικώς, στο φύλλο της 30 Απριλίου 1839 της αθηναϊκής εφημερίδος “Ελληνικός Ταχυδρόμος”, που συνοδεύονταν και από αναλυτικό πίνακα, ο αριθμός των παιδιών, που μπολιάσθηκαν, σε 21 νομούς και επαρχίες, το 1838, ανήλθε σε 16.525. Κατά την ίδια εφημερίδα, ο πίνακας αυτός “παριστάνει την πρόοδον του εμβολιασμού εις την Ελλάδα και αποδεικνύει πόσον αύτη η σωτήριος μέθοδος ήρχισε να γίνεται δεκτή εις όλον το Κράτος”. Εκεί αναγράφεται, ότι στην Κορινθία, το 1838, “ενωφθαλμίσθησαν 145 παιδία”, μόνο…
Comments