Στις 31 Αυγούστου του 1997 λίγο μετά τα μεσάνυχτα, το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε η Πριγκίπισσα Νταϊάνα και ο σύντροφός της, προσέκρουσε στην 13η τσιμεντένια κολόνα στήριξης της οροφής του τούνελ Ποντ ντ’ Αλμά στο Παρίσι.
Αποτέλεσμα της σφοδρής σύγκρουσης ήταν να βρει ακαριαίο θάνατο ο οδηγός του οχήματος Ανρί Πολ, αλλά και ο ίδιος ο Φαγιέτ. Η πριγκίπισσα Νταϊάνα, που καθόταν στην πίσω δεξιά πλευρά του αυτοκινήτου, τραυματίστηκε, αλλά δεν έχασε τη ζωή της. Ο συνοδηγός Τρέβορ Ρις Τζόουνς, μέλος της προσωπικής ασφάλειας της οικογένειας Φαγιέτ, τραυματίστηκε ελαφρά. Μέχρι να απεγκλωβιστεί η Νταϊάνα από το όχημα, στο σημείο είχαν σπεύσει παπαράτσι στους οποίους η πριγκίπισσα ψέλλισε: «Αφήστε με ήσυχη». Στο νοσοκομείο όπου μεταφέρθηκε οι γιατροί προσπάθησαν να τη σώσουν, καθώς πάθαινε απανωτά καρδιακά επεισόδια, ενώ όπως διαπιστώθηκε, λόγω της σύγκρουσης, η καρδιά της, είχε μετατοπιστεί προς τη δεξιά πλευρά του θώρακα. Οι προσπάθειές των γιατρών δεν είχαν αποτέλεσμα και η πριγκίπισσα έφυγε τελικά από τη ζωή στις 4 τα ξημερώματα
Οι παπαράτσι κυνηγούσαν συνέχεια τη Νταϊάνα και τον Ντόντι. Η είδηση του θανάτου της βύθισε στο πένθος ολόκληρη τη Μεγάλη Βρετανία και παράλληλα δημιούργησε ερωτήματα για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες συνέβη το δυστύχημα. Το χρονικό του δυστυχήματος Η Νταϊάνα και ο Ντόντι Αλ Φαγιέτ έκαναν ολιγοήμερες διακοπές στη γαλλική Ριβιέρα και πριν να επιστρέψουν στο Λονδίνο, αποφάσισαν να περάσουν μια νύχτα στο Παρίσι και συγκεκριμένα στο ξενοδοχείο Κάρλτον Ριτς», που ανήκε στον πατέρα του Ντόντι.
Λίγο πριν από τα μεσάνυχτα, το ζευγάρι θέλησε να κάνει μια βραδινή βόλτα στην Πόλη του Φωτός. Γνώριζαν όμως ότι οι παπαράτσι περίμεναν στην είσοδο του ξενοδοχείου και ήθελαν να τους αποφύγουν. Το κυνηγητό με τους φωτορεπόρτερ ήταν πολύ συνηθισμένο για την πριγκίπισσα, αλλά την είχε κουράσει, καθώς δεν μπορούσε να απολαύσει πουθενά, ιδιωτικές προσωπικές στιγμές.
Οι παπαράτσι κυνηγούσαν συνέχεια τη Νταϊάνα και τον Ντόντι Για να παραπλανήσουν τους παπαράτσι, έστειλαν ένα πολυτελές όχημα στην κύρια είσοδο του ξενοδοχείου. Πολλοί φωτογράφοι πίστεψαν ότι σε αυτό το όχημα επέβαινε η Νταϊάνα και ο Ντόντι και το ακολούθησαν. Στην πραγματικότητα το ζευγάρι, έφυγε με μια μαύρη Μερσέντες Μπενζ από την πίσω πόρτα του ξενοδοχείου. Κάποια στιγμή όμως έγινε αντιληπτό από τους παπαράτσι και ξεκίνησε το κυνηγητό. Λίγο μετά την είσοδο της Μερσεντές στη σήραγγα, ακολούθησε το δυστύχημα.
Οι πρώτες εκτιμήσεις υπέδειξαν ως υπαίτιους τους παπαράτσι που κυνήγησαν το όχημα και ανάγκασαν τον οδηγό να αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα. Συνελήφθησαν εννέα από αυτούς αλλά αθωώθηκαν το 2002 μετά από δίκη.
Τα σενάρια συνομωσίας Μετά τον θάνατο της πριγκίπισσας Νταϊάνα και του Ντόντι Αλ Φαγιέτ, οι γαλλικές αρχές ξεκίνησαν έρευνα για τις συνθήκες του δυστυχήματος, οι οποίες ολοκληρώθηκαν το 1999. Το πόρισμα έλεγε ότι υπαίτιος για τη σύγκρουση ήταν ο οδηγός Ανρί Πολ, ο οποίος οδηγούσε μεθυσμένος, ανέπτυξε ιλιγγιώδη ταχύτητα και έχασε τον έλεγχο του οχήματος.
Εκτός από αλκοόλ, η νεκροψία- νεκροτομή και οι εξετάσεις, έδειξαν ότι ο οδηγός ήταν υπό την επήρεια αντιψυχωτικών φαρμάκων. Το αποτέλεσμα της έρευνας δεν ικανοποίησε τον πατέρα του Ντόντι, Μοχάμεντ, ο οποίος υποστήριζε ότι ο γιος του έπεσε θύμα δολοφονίας. Σύμφωνα με τον Μοχάμεντ Αλ Φαγιέτ, το τροχαίο είχε οργανώσει η ΜΙ6, που συνεργαζόταν με τη βρετανική βασιλική οικογένεια. Οι ισχυρισμοί του δεν αποδείχτηκαν ποτέ, ωστόσο ο Μοχάμεντ δεν ήταν ο μοναδικός που υποστήριξε διαφορετικό σενάριο για το δυστύχημα. Μνημείο προς τιμήν της Νταϊάνα και του Αλ Φαγιέτ στο πολυκατάστημα Χάροντς.
Τα σενάρια συνομωσίας ήταν πολλά και ευφάνταστα.
Το τροχαίο προκλήθηκε από κάποιους που είχαν ως πραγματικό τους στόχο τον Ντόντι Αλ Φαγιέτ γιατί είχαν προσωπικούς λογαριασμούς μαζί του και ότι η Νταϊάνα ήταν παράπλευρη απώλεια. Το παλάτι ήθελε να βγάλει από τη μέση την πριγκίπισσα Νταϊάνα επειδή δεν ενέκρινε τη σχέση της με τον Αλ Φαγιέτ και «έστησε» το δυστύχημα. Ο θάνατος της Νταϊάνα και του συντρόφου της ήταν σκηνοθετημένος από την ίδια την πριγκίπισσα η οποία ήθελε να απαλλαγεί από τους παπαράτσι και να τη θεωρήσει ο κόσμος νεκρή, ώστε να μπορέσει να συνεχίσει τη ζωή της ήσυχη, σαν απλή πολίτης.
Κανένα από τα σενάρια δεν επιβεβαιώθηκε. Κατά καιρούς, ακόμα και σήμερα, ο Τύπος επαναφέρει τα σενάρια, δίνοντας στη δημοσιότητα υποτιθέμενες νέες πληροφορίες. Επισήμως όμως δεν έχει επιβεβαιωθεί κάποια από τις θεωρίες….
Μόνο ένας επιβάτης βγήκε ζωντανός από τη μαύρη Mercedes της πριγκίπισσας: Ο Τρέβορ Ρις Τζόουνς, ο σωματοφύλακας του αλ Φαγιέντ.
Ο Τρέβορ Ρις Τζόουνς (ο οποίος αργότερα έβγαλε από το όνομά του το Τζόουνς) γλίτωσε χάρη στον αερόσακο, παρόλο που όπως και οι υπόλοιποι επιβάτες δεν φορούσε ζώνη ασφαλείας. Ωστόσο, δεν βγήκε αλώβητος από τη μαύρη Mercedes. Το πρόσωπό του συνεθλίβη, σε τέτοιο βαθμό που δεν μπορούσε καν να αναγνωριστεί. Τα κόκαλά του έγιναν σκόνη. Χρειάστηκαν 150 κομμάτια τιτανίου για να ανακατασκευάσει το πρόσωπό του και οι γιατροί των έβαλαν σε τεχνητό κώμα για 10 ημέρες προκειμένου να κάνουν τις λεπτές επεμβάσεις ανόρθωσης του προσώπου του και να αποκαταστήσουν τους τραυματισμούς του στον καρπό και στο θώρακα. Το ότι επέζησε ήταν ένα θαύμα.
Λόγω της διαμάχης που δημιουργήθηκε με το πατέρα αλ Φαγιέντ, ο Τρέβορ Ρις Τζόουνς παραιτήθηκε από το Ritz όπου δούλευε και επέστρεψε στην οικογένειά του σε ένα χωριό της κεντρικής Αγγλίας, στην κομητεία του Σροπσάιρ, με την μητέρα του και τον θετό πατέρα του. Εκεί άρχισε να εργάζεται στο κατάστημα ενός φίλου του, με αθλητικά είδη.
Comments