Σε απόσταση 450 περίπου μέτρων, βορείως του λόφου του Ναού του Απόλλωνος, στις βόρειες υπώρειες του Ακροκορίνθου, ανασκάφηκε από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών το ιερό – θεραπευτήριο του Ασκληπιού, ένα από τα σημαντικότερα ιερά της πόλης, με διάρκεια ζωής μεγαλύτερη των 800 ετών.
Αυτό τον χώρο “ανακάλυψαν” οι επίμονοι σκαπανείς και περιηγητές των ελληνικών μνημείων από το Αθηνολόγιο και τον περιέγραψαν όπως είναι -δυστυχώς- σήμερα.

Αξέχαστη στιγμή η κάθοδος στην ιαματική πηγή της Λέρνας. Γιατί όπου Ασκληπιείο, υπάρχει και ύδωρ και το Ασκληπιείο της Αρχαία Κορίνθου δεν είναι εξαίρεση.
Ούτε ήξερα ότι υπήρχε τέτοιος θησαυρός, εξάλλου είναι τόσο άγνωστο το Ασκληπιείο της Αρχαίας Κορίνθου, ούτε καν στους χάρτες δεν υπάρχει, με τύχη το βρίσκεις. Για μένα είναι μαγικός χώρος και το “μαγικός” είναι λίγο. Είναι εκείνο το Ασκληπιείο που συμπυκνώνει σε μια μικρή έκταση όλα εκείνη τα σημεία που ορίζουν ένα αρχαίο θεραπευτήριο.
Τα θεμέλια του ναού πάνω στον βράχο, το άδυτο από κάτω, οι στοές με τα αναθήματα, ο λάκκος των ιερών φιδιών, τα δωμάτια παραμονής, η ιερή πηγή, η αυλή της πηγής, οι δεξαμενές. Αυτή η ιερή πηγή ήταν καθηλωτική, δέος να βλέπεις το πεντακάθαρο νερό της να τρέχει μέχρι σήμερα και μέσα από ένα σπηλαιώδες όρυγμα να χάνεται μέσα στην γη.
Ίχνη τοιχογραφίων μαρτυρούν ότι στα χριστιανικά χρόνια έγινε παρεκκλήσι με βαπτιστήριο. Όσο για εμάς δεν φύγαμε πριν να κατανοήσουμε τον χώρο και δεν υπάρχουν λόγια να εκφράσουμε τα συναισθήματα.
*Το Ασκληπιείο της Αρχαίας Κορίνθου είναι άλλη μια άγνωστη θέση της σπουδαίας αυτής αρχαίας πόλης. Η επίσημη είσοδος είναι κλειστή, αλλά υπάρχει μια πλαϊνή είσοδος για τους απειροέλαχιστους επισκέπτες. Δυστυχώς η βλάστηση έχει καλύψει τα πάντα και θέλει προσοχή η διάβαση στον χώρο.

Η επιλογή της θέσης για το ιερό θεραπευτήριο του Ασκληπιού θεωρείται ιδανική λόγω της απόστασης από το κέντρο της Κορίνθου, των δυνατών βοριάδων που πνέουν στην περιοχή καθαρίζοντας την ατμόσφαιρα, και φυσικά λόγω του άφθονου νερού που αντλείται από την γειτονική κρήνη της Λέρνας. Στην θέση αυτή επιβεβαιώνεται η ύπαρξη ενός αρχαϊκού, ανοιχτού τεμένους αφιερωμένου στην λατρεία του Απόλλωνος, δίπλα στο οποίο προστέθηκε περί τον 5ο αιώνα π.Χ. ένα δεύτερο αφιερωμένο στον υιό του Ασκληπιό.
Περί τα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., πιθανώς εξαιτίας ενός καταστροφικού σεισμού, το ιερό ανακαινίζεται και στον χώρο οικοδομείται ένας ναός τετράστυλος, πρόστυλος, με πρόδομο και σηκό, προσανατολισμένος στον άξονα Ανατολή – Δύση, αφιερωμένος στον Ασκληπιό και πιθανώς στην Υγιεία. Το τέμενος οριοθετήθηκε και ο ναός πλαισιώθηκε στα ανατολικά από βωμό θυσιών και θησαυρό, και στα δυτικά από το άβατο, ένα ευρύχωρο κτήριο στο οποίο λάμβανε χώρα η εγκοίμηση. Δύο συμμετρικά λαξευμένοι στον βράχο, ορθογώνιοι λάκκοι, εκατέρωθεν του ναού, ίσως προορίζονταν για τα ιερά φίδια του θεού.

Για την εξυπηρέτηση των πολυάριθμων επισκεπτών του, ο ναός πλαισιώθηκε από στοές, όπου πιθανώς τοποθετούνταν ή αναρτώνταν τα πολυάριθμα αναθήματα των ασθενών. Στα δυτικά του ιερού και αρκετά χαμηλότερα από το πλάτωμά του, μία περίστυλη αυλή κατασκευάστηκε για να στεγάσει την φυσική κρήνη της Λέρνας, το νερό της οποίας ήταν απαραίτητο για την θεραπεία. Εκτός από τις δεξαμενές του καθαρτήριου ύδατος, οι περιμετρικές στοές στέγαζαν εστιατόρια, βαλανείο, καθώς και χώρους ανάπαυλας και αναψυχής για τους καταπονημένους ασθενείς.
Το Ασκληπιείο και η κρήνη της Λέρνας πιθανότατα έπαυσαν την λειτουργία τους λόγω της καταστροφής της πόλης το 146 π.Χ., ωστόσο μετά την επανίδρυση της Κορίνθου ως ρωμαϊκής, αυτοκρατορικής αποικίας το 27 π.Χ. ανακαινίστηκαν και επαναλειτούργησαν. Τον 2ο αιώνα μ.Χ. ο Παυσανίας, κατά την περιήγησή του στην Κόρινθο αναφέρει έναν ναό του Ασκληπιού, «τα δε αγάλματα Ασκληπιός μεν και Υγεία λευκού λίθου» (Παυσανίας ΙΙ, 4, 5).
Τα πήλινα αναθήματα
Τα περίπου 900 πήλινα ομοιώματα ανθρώπινων μελών και οργάνων βρέθηκαν σε επτά συνολικά αποθέτες περιμετρικά του ναού των ελληνιστικών χρόνων. Πρόκειται για χώρους απόρριψης αντικειμένων του πρώιμου ιερού του Απόλλωνος και του Ασκληπιού, οι οποίοι εκτός των πήλινων ομοιωμάτων περιείχαν και πλήθος άλλων αντικειμένων όπως αγγεία, ειδώλια κ.ά.
Τα ομοιώματα χρονολογήθηκαν στο σύνολό τους μεταξύ του τέλους του 5ου και του β΄ μισού του 4ου αιώνα π.Χ. Πρόκειται για ένα μοναδικό σύνολο αναθημάτων, αφιερωμένων από τους ίδιους τους ασθενείς, που είτε είχαν θεραπευτεί από τον θεό ή προσέβλεπαν στην θεραπεία τους. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονται ακέραιες κεφαλές ανδρών και γυναικών, ομοιώματα χεριών, ποδιών, ανδρικών γεννητικών οργάνων και γυναικείων μαστών σε φυσικό μέγεθος, ανδρικοί θώρακες, καθώς και ομοιώματα ματιών, αυτιών, γλωσσών, ακόμη και μαλλιών.

Πλασμένα στο σύνολό τους με ντόπιο πηλό, τα ομοιώματα του Ασκληπιείου εντάσσονται στην μακραίωνη και επιτυχημένη παράδοση των κορινθίων κεραμέων, οι οποίοι φιλοτέχνησαν εκτός των άλλων τα περίφημα κορινθιακά αγγεία που ταξίδεψαν σε όλη την Μεσόγειο. Κατά τα φαινόμενα, οι ντόπιοι κεραμείς προσέφεραν εξ αρχής στους επισκέπτες του Ασκληπιείου μία μεγάλη ποικιλία ομοιωμάτων, καλύπτοντας σχεδόν εξολοκλήρου τις ανάγκες των ειδικών παθήσεών τους. Αν και στην πλειονότητά τους δεν διακρίνονται για το άρτιο πλάσιμό τους, ορισμένα εξ αυτών αποδίδουν με εμφανή ρεαλισμό την ασθενή κατάσταση ανθρώπινων σωμάτων, μελών και οργάνων. Η επιλογή των χρωμάτων, λευκού και ερυθρού που κάλυπταν τα περισσότερα εξ αυτών, έχει ερμηνευθεί ως απόπειρα διάκρισης των αναθημάτων που αφιερώνονταν από άνδρες (ερυθρό) και γυναίκες (λευκό). Η θέση του εργαστηριού παραγωγής τους παραμένει άγνωστη έως σήμερα.
Η μοναδικότητα των κορινθιακών αναθημάτων σε συνδυασμό με την ισχυρή κορινθιακή παρουσία στις ελληνικές αποικίες της Ν. Ιταλίας και της Σικελίας, έχει συνδεθεί με την ανάθεση πήλινων ομοιωμάτων σε ετρουσκικά και ιταλιωτικά ιερά – θεραπευτήρια, όπως αυτό της Diana Nemorensis στο Nemi της κεντρικής Ιταλίας, στους Veii, αλλά και το Ασκληπιείο στο νησί του Τίβερη.
Comments