Λένε για όσους έχουν γεννηθεί στις 29 Φεβρουαρίου πως είναι άτυχοι επειδή έχουν κάθε τέσσερα χρόνια γενέθλια. Αλλά ας είμαστε αντικειμενικοί. Υπάρχουν κάποιοι που γεννήθηκαν σε ημέρα που δεν υπήρξε ποτέ. Άρα; Γεννήθηκαν; Ναι. Γεννήθηκαν. Αυτό είναι ξεκάθαρο. Απλά γεννήθηκαν σε μια ημέρα που σβήστηκε από τα ημερολόγια. Και δε σβήστηκε τυχαία. Υπήρχε ένας εξαιρετικά σοβαρός λόγος για να γίνει κάτι τέτοιο.
Η μετάβαση από το Ιουλιανό στο Γρηγοριανό ημερολόγιο
Η ανάγκη του ανθρώπου να μετράει τις ημέρες και τις εποχές τον ανάγκασε να δημιουργήσει μέσα στους αιώνες εκατοντάδες χρονολογικά συστήματα. Λίγα από αυτά κατάφεραν να «επιζήσουν». Ο πρώτος που έφερε το ημερολόγιο σε ότι πιο κοντινό σε αυτό που ξέρουμε σήμερα ήταν ο Ιούλιος Καίσαρας. Ο αυτοκράτορας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ανέθεσε στον Αλεξανδρινό αστρονόμο Σωσιγένη την αναμόρφωση του ημερολογίου (βασιζόταν στις φάσεις της Σελήνης) που χρησιμοποιούσαν τότε οι άνθρωποι καθώς υπήρχαν σε αυτό πολλές ατέλειες που δημιουργούσαν πρακτικά ζητήματα τα οποία με τη σειρά τους δημιουργούσαν προβλήματα στη λειτουργία της οικονομίας και του κράτους.
Κάπως έτσι ο Σωσιγένης αφού μελέτησε ξανά και ξανά όλα τα δεδομένα αποφάσισε να προσθέσει στο έτος 44 π.Χ. 90 ολόκληρες ημέρες. Κάπως έτσι οι άνθρωποι εκείνη την εποχή βρέθηκαν ξαφνικά από την 1η Μαρτίου στην 1η Ιανουαρίου. Σύμφωνα με εκείνο το ημερολόγιο το έτος πλέον είχε διάρκεια 365,25 ημέρες και η διαδοχή των εποχών ήταν αυτή που έπρεπε. Η μικρή διαφορά καλύπτονταν από μία επιπλέον ημέρα που προσθέτονταν κάθε τέσσερα χρόνια, μετά την «έκτη προ των καλένδων του Μαρτίου», που ονομαζόταν «bis sextus». Έτσι, η ημέρα αυτή, επειδή τη μετρούσαν δυο φορές, ονομάζεται ακόμα και σήμερα «δις έκτη» και το έτος που την περιέχει δίσεκτο. Το ημερολόγιο εκείνο είχε ονομαστεί Ιουλιανό (από το όνομα του Καίσαρα) και όπως αποδείχθηκε χρόνια αργότερα είχε και αυτό ένα μικρό σφάλμα. Για την ακρίβεια ήταν ένα σφάλμα 11 λεπτών και 14 δευτερολέπτων το χρόνο. Μπορεί αυτό να ακούγεται μικρό αλλά ήταν αρκετό ώστε μιάμιση χιλιετία αργότερα η εαρινή ισημερία να έχει μετατοπιστεί ημερολογιακά 11 μέρες πίσω, σε σχέση με τα αστρονομικά δεδομένα.
Και κάπου εκεί εμφανίζεται ο Πάπας Γρηγόριος ο 13ος ο οποίος μπροστά στον κίνδυνο να εορτάζονται τα Χριστούγεννα φθινόπωρο και το Πάσχα χειμώνα, προχώρησε σε νέα μεταρρύθμιση του συστήματος. Η αρχική ιδέα ήταν του Ιταλού αστρονόμου και φιλόσοφου Aloysius Lilius που συνέγραψε μια εργασία με τίτλο Compendiuem novae rationis restituendi calendarium (Σύνοψις του νέου σχεδίου για την επανόρθωση του Ημερολογίου) χωρίς να τη δημοσιοποιήσει μέχρι τον θάνατό του, το 1576. Ο αδερφός του ήταν αυτός που την έδειξε στον Γρηγόριο και κάπως έτσι στις 4 Οκτωβρίου του 1582 προστέθηκαν 10 ημέρες, ενώ για να αποφευχθούν ανάλογες ασυμφωνίες και στο μέλλον, αποφασίστηκε κάθε τέσσερις αιώνες να θεωρούνται δίσεκτα, αντί για 100 χρόνια μόνο τα 97. Κάπως έτσι, στις 5 Οκτωβρίου 1582, μια ημέρα που δεν υπήρξε ποτέ διότι απαλείφθηκε, έγινε η μετάβαση στην πρώτη ημέρα του Ιουλιανού Ημερολογίου
Η μετάβαση στην Ελλάδα
Οι αντιδράσεις για το Γρηγοριανό ημερολόγιο ήταν έντονες. Λίγες χώρες το υιοθέτησαν από τις 15 Οκτωβρίου 1582: μόνο η Ιταλία, η Πολωνία, η Ισπανία και η Πορτογαλία. Τα καθολικά κράτη της Ευρώπης το υιοθέτησαν μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Τα προτεσταντικά χρειάστηκαν έναν αιώνα μέχρι να το υιοθετήσουν. Αγγλία και Αμερική το αποδέχτηκαν μόλις το 1752. Στην Ανατολή, όπου όλα τα ορθόδοξα κράτη συνέχισαν να ακολουθούν το Ιουλιανό έως τον 20ο αιώνα. Η Ελληνική Πολιτεία εφάρμοσε το Γρηγοριανό ημερολόγιο το 1923, ονομάζοντας την 16η Φεβρουαρίου, 1η Μαρτίου. Η Εκκλησία της Ελλάδος το εφάρμοσε στο εορτολόγιό της ένα χρόνο αργότερα. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα έβλεπε το Γρηγοριανό Ημερολόγιο ως απόπειρα προσηλυτισμού εκ μέρους του Βατικανού. Μόλις το 1902 ο τότε Πατριάρχης Ιωακείμ Γ’ έκρινε σκόπιμο να αποστείλει από το Φανάρι εγκύκλιο σε όλες τις ομόδοξες Εκκλησίες προκειμένου να μελετήσουν εκ νέου το ζήτημα του ημερολογίου, οπότε αναθεωρήθηκαν οι δογματικές απόψεις αιώνων.
Η Εκκλησία της Ελλάδας συστήνει επιτροπή μελέτης που αποφαίνεται ότι «η μεταβολή, μη προσκρούσα εις δογματικούς και κανονικούς λόγους, ηδύνατο να γίνη μετά συνεννόησιν πασών των αυτοκεφάλων Εκκλησιών, ιδία δε του Οικουμενικού Πατριαρχείου». Μέχρι να γίνουν αυτές οι συνεννοήσεις συνέχισε να χρησιμοποιείται το Ιουλιανό ημερολόγιο. Είχε δώσει όμως τη συγκατάθεσή της στην τότε κυβέρνηση του Στυλιανού Γονατά και την εν γένει πολιτεία, να χρησιμοποιεί το Γρηγοριανό για πολιτική και μόνο χρήση. Με βασιλικό διάταγμα του Γεωργίου Β’ εισήχθη το Γρηγοριανό ημερολόγιο την 16η Φεβρουαρίου του 1923, η οποία ορίστηκε ως 1η Μαρτίου. Οι ενδιάμεσες 13 ημέρες… χάθηκαν! Το πρόβλημα, ωστόσο, ήταν πως μερικές ημέρες αργότερα, την 25η Μαρτίου, το κράτος θα μπορούσε να γιορτάζει την επέτειο της έναρξης της Επανάστασης του 1821 αλλά χωρίς τον… Ευαγγελισμό αού με βάση το νέο ημερολόγιο αυτόν θα τον γιόρταζε η Εκκλησία στις 7 Απριλίου! Το μπέρδεμα, ωστόσο, δεν κράτησε για πολύ αφού η Ιεραρχία υποχώρησε προκειμένου να μην διαχωριστούν τα δυο αυτά γεγονότα και λίγο καιρό αργότερα το υιοθετεί επίσημα.
πηγή: the reader
Comments